Ὦ νεκρὲ γυμνέ, καὶ Θεοῦ ζῶντος Λόγε.
******
Εἰς τὸν εὐγνώμονα Λῃστὴν
Εἰς τὸν εὐγνώμονα Λῃστὴν
Κεκλεισμένας ἤνοιξε τῆς Ἐδὲμ πύλας,
Βαλὼν ὁ Λῃστὴς κλεῖδα τό, Μνήσθητί μου.
Την Παρασκευή, στέλνεται ο Ιησούς δέσμιος από τον Αρχιερέα Καϊάφα και τους
συν αυτώ, στον τότε ηγεμόνα της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο. Αυτός, αφού Τον ανέκρινε με πολλούς τρόπους και αφού ομολόγησε δυο φορές ότι ο Ιησούς είναι αθώος, έπειτα, για να ευχαριστηθούν οι Ιουδαίοι, τον καταδικάζει σε θάνατο, και αφού τον μαστίγωσε σαν δραπέτη δούλο τον Δεσπότη των όλων, Τον παρέδωσε για να σταυρωθεί, κατ' απαίτησιν των Εβραίων "Ἆρον ἆρον, σταύρωσον αὐτόν..." , αφού όμως πρώτα δήλωσε νίπτοντας τα χέρια του ότι "ἀθῷός εἰμι ἀπό τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου· ὑμεῖς ὄψεσθε." και έλαβε την διαβεβαίωση από τον εβραϊκό λαό "καὶ ἀποκριθεὶς πᾶς ὁ λαὸς εἶπε· τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν."
Η ιστοσελίδα της Ενορίας μας, στην προσπάθεια ενημέρωσης των μελών της για την λατρεία μέσα στην Εκκλησία μας, αλλά και λόγω της αμεσότητας του internet σε όλους τους διαδικτυακούς φίλους της και σε όλους όσους έχουν την διάθεση της αναζήτησης μέσα στην διδασκαλία του Κυρίου μας και στα πατερικά διδάγματα,
ανέλαβε και αυτή, από την δική της πλευρά, το έργο της κατήχησης, αλλά και της ενημέρωσης και έτσι μέσα στην Μεγάλη Εβδομάδα αυτή των Παθών του Κυρίου μας πρόβαλε την κάθε ημέρα ξεχωριστά με τα καθημερινά άρθρα της, το φωτογραφικό υλικό, τις ενοριακές ειδήσεις και τα σχόλια των συντακτών της.
Θέλησε έτσι, και αυτός ήταν ο σκοπός της εξ' αρχής, να καθυποτάξει το νέο, γρήγορο και πολύ δυνατό αυτό εργαλείο που ονομάζεται διαδίκτυο, και μέσω της ιστοσελίδας της και της δεύτερης ιδιαίτερης ιστοσελίδας της "Ιθάκης" της Ενοριακής Νεανικής Εστίας της, να το θέσει υπό της επιταγές των δραστηριοτήτων της γιατί, γνώμη μας είναι, πως καθετί, όσο επικίνδυνη και αν είναι η κακή χρήση του, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καλό, φθάνει να χρησιμοποιείται με σύνεση, μελέτη και γνώση του κινδύνου.
Από ’κει και πέρα ο Ιησούς, αφού παραδόθηκε στους στρατιώτες, γυμνώνεται, φοράει κόκκινη χλαμύδα, στεφανώνεται με ακάνθινο στεφάνι, κρατάει κάλαμο σαν σκήπτρο, προσκυνείται χλευαστικά, φτύνεται και χτυπιέται στο πρόσωπο και στο κεφάλι, σύμφωνα με την μαρτυρία στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο (κεφάλαιο κζ΄ 1-66), που ακούγεται την Μεγάλη Παρασκευή το πρωΐ, στον Εσπερινό της Αποκαθηλώσεως.
Μετά, φορώντας πάλι τα ρούχα του και βαστάζοντας το Σταυρό, πηγαίνει προς τον Γολγοθά, τον τόπο της καταδίκης και εκεί, γύρω στην Τρίτη ώρα της ημέρας, σταυρώνεται μεταξύ δυο ληστών, βλασφημείται από αυτούς που είχαν πάει στον Γολγοθά μαζί του, μυκτηρίζεται από τους αρχιερείς, ποτίζεται από τους στρατιώτες με ξύδι ανακατεμένο με χολή, αλλά μέσα στο ατέρμονο και φρικτό Πάθος του συγχωρεί τον έναν εκ των ληστών και τον κάνει πρώτο ένοικο του Παραδείσου.
Γύρω στην ενάτη ώρα, αφού βγάζει πρώτα φωνή μεγάλη, και λέει: «Τετέλεσται», εκπνέει «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», την ώρα κατά την οποία σφάζονταν, σύμφωνα με τον εβραϊκό νόμο, θαρρείς από φρικτή ειρωνεία και μόνο, ο πασχαλινός αμνός, έθιμο που πήραν οι πρώτοι χριστιανοί, που ήταν εβραϊκής καταγωγής και το έβαλαν στην παράδοση τους μεταλλάσσοντας το συμβολικά, για να περάσει πολύ αργότερα και στους χριστιανούς Έλληνες, όμως αλλάζοντας εντελώς τον συμβολισμό του ώστε να θυμίζει την θυσία του Αμνού του Θεού και την χαρά της Ανάστασης του Κυρίου μας.
Τέλος, κατά τη δύση του ηλίου, κατόπιν συμφωνίας με τον Πόντιο Πιλάτο, έρχεται ο Ιωσήφ από Αριμαθείας και ο Νικόδημος μαζί με αυτόν, και οι δυο κρυφοί μαθητές του Ιησού, αποκαθηλώνουν από το Σταυρό το πανάγιο του διδασκάλου σώμα, το αρωματίζουν, το τυλίγουν με καθαρό σεντόνι και αφού το έθαψαν σε καινούργιο τάφο, κυλούν στο στόμιο του μεγάλο λίθο.
Αυτά τα φρικτά, αλλά και παράλληλα σωτήρια, πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, επιτελούμε σήμερα Μεγάλη Παρασκευή, και εις ανάμνηση αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, την νηστεία της Παρασκευής, ως ένδειξη πένθους για τον θάνατο του Χριστού μας.
Στις Ενορίες όλης της Ορθοδοξίας, το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, ψάλλονται οι Μεγάλες Ώρες, όπου στην Θ΄Ώρα ακούμε τον ιερέα μπροστά στο Εσταυρωμένο Κύριο μας και κατόπιν και τους δύο χορούς μαζί του στο κέντρο του σολέα, να λένε:
Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας.
Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται, ο των αγγέλων βασιλεύς.
Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται, ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.
Ράπισμα κατεδέξατο, ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ.
Ήλοις προσηλώθη, ο νυμφίος της Εκκλησίας.
Λόγχη εκεντήθη, ο υιός της Παρθένου.
Προσκυνούμεν σου τα Πάθη, Χριστέ.
Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου Ανάστασιν.
Τέλος, κατά τη δύση του ηλίου, κατόπιν συμφωνίας με τον Πόντιο Πιλάτο, έρχεται ο Ιωσήφ από Αριμαθείας και ο Νικόδημος μαζί με αυτόν, και οι δυο κρυφοί μαθητές του Ιησού, αποκαθηλώνουν από το Σταυρό το πανάγιο του διδασκάλου σώμα, το αρωματίζουν, το τυλίγουν με καθαρό σεντόνι και αφού το έθαψαν σε καινούργιο τάφο, κυλούν στο στόμιο του μεγάλο λίθο.
Αυτά τα φρικτά, αλλά και παράλληλα σωτήρια, πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, επιτελούμε σήμερα Μεγάλη Παρασκευή, και εις ανάμνηση αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, την νηστεία της Παρασκευής, ως ένδειξη πένθους για τον θάνατο του Χριστού μας.
Στις Ενορίες όλης της Ορθοδοξίας, το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, ψάλλονται οι Μεγάλες Ώρες, όπου στην Θ΄Ώρα ακούμε τον ιερέα μπροστά στο Εσταυρωμένο Κύριο μας και κατόπιν και τους δύο χορούς μαζί του στο κέντρο του σολέα, να λένε:
Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας.
Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται, ο των αγγέλων βασιλεύς.
Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται, ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.
Ράπισμα κατεδέξατο, ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ.
Ήλοις προσηλώθη, ο νυμφίος της Εκκλησίας.
Λόγχη εκεντήθη, ο υιός της Παρθένου.
Προσκυνούμεν σου τα Πάθη, Χριστέ.
Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου Ανάστασιν.
Αργότερα κατά τον Εσπερινό του Σαββάτου, της Αποκαθηλώσεως, που ακολουθεί αμέσως μετά τις Ώρες, να διαβάζεται και πάλι από τον ιερέα εμελλώς το Ευαγγέλιο της Αποκαθηλώσεως, όπου στο τέλος του κατεβάζει το σώμα του Χριστού και το τυλίγει μέσα στο σεντόνι, (το Ευαγγέλιο το οποίο με ένα κλικ θα βρείτε στο "Διαβάστε περισσότερα..." στο τέλος του άρθρου μας), και κατόπιν στο τέλος του Εσπερινού τοποθετείται το ολοκέντητο πανί του Σώματος του Κυρίου μας, "Επιτάφιος" όπως συνιθίζουμε να το αποκαλούμε,
μέσα στον στολισμένο από την Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ ακόμα Κιβώριο, που θα λιτανεύσουμε το βράδυ της μεγάλης Παρασκευής κατά την διάρκεια του Όρθρου του Μεγάλου Σαββάτου, του Επιταφίου Θρήνου.
ανέλαβε και αυτή, από την δική της πλευρά, το έργο της κατήχησης, αλλά και της ενημέρωσης και έτσι μέσα στην Μεγάλη Εβδομάδα αυτή των Παθών του Κυρίου μας πρόβαλε την κάθε ημέρα ξεχωριστά με τα καθημερινά άρθρα της, το φωτογραφικό υλικό, τις ενοριακές ειδήσεις και τα σχόλια των συντακτών της.
Θέλησε έτσι, και αυτός ήταν ο σκοπός της εξ' αρχής, να καθυποτάξει το νέο, γρήγορο και πολύ δυνατό αυτό εργαλείο που ονομάζεται διαδίκτυο, και μέσω της ιστοσελίδας της και της δεύτερης ιδιαίτερης ιστοσελίδας της "Ιθάκης" της Ενοριακής Νεανικής Εστίας της, να το θέσει υπό της επιταγές των δραστηριοτήτων της γιατί, γνώμη μας είναι, πως καθετί, όσο επικίνδυνη και αν είναι η κακή χρήση του, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καλό, φθάνει να χρησιμοποιείται με σύνεση, μελέτη και γνώση του κινδύνου.
*παρακάτω, με ένα κλικ στο "Διαβάστε περισσότερα..." θα βρείτε το Ευαγγέλιο του Εσπερινού της Μεγάλης Παρασκευής στο πρωτότυπο κείμενο του Αποστόλου Ματθαίου, αλλά και την νεοελληνική απόδοση του...
Το Ευαγγέλιον του Εσπερινού της Μεγάλης Παρασκευής,
"Της Αποκαθηλώσεως"
"Της Αποκαθηλώσεως"
Πρωτότυπο κείμενο:
Νεοελληνική απόδοσις:
1 Και όταν έγινε πρωί, έκαναν συμβούλιο αποφασίζοντας όλοι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού κατά του Ιησού, ώστε να τον θανατώσουν.
2 Και αφού τον έδεσαν, τον οδήγησαν και τον παρέδωσαν στον ηγεμόνα, τον Πόντιο Πιλάτο.
3 Τότε, όταν είδε ο Ιούδας, που τον παράδωσε, ότι καταδικάστηκε, μεταμελήθηκε και επέστρεψε τα τριάντα αργύρια στους αρχιερείς και στους πρεσβυτέρους,
4 λέγοντας: «Αμάρτησα, γιατί παράδωσα αίμα αθώο». Εκείνοι του είπαν: «Τι σχέση έχει αυτό μ’ εμάς; Εσένα θα αφορά».
5 Και αφού έριξε τα αργύρια στο ναό, αναχώρησε και πήγε και κρεμάστηκε.
6 Οι αρχιερείς, τότε, έλαβαν τα αργύρια και είπαν: «Δεν επιτρέπεται να τα βάλουμε στο θησαυροφυλάκιο του ναού, επειδή είναι τιμή αίματος».
7 Και αφού έκαναν συμβούλιο, αποφάσισαν και αγόρασαν από αυτά τον αγρό του κεραμέα για ταφή των ξένων.
8 Γι’ αυτό καλέστηκε ο αγρός εκείνος, “Αγρός Αίματος”, ως τη σημερινή ημέρα.
9 Τότε εκπληρώθηκε εκείνο που ειπώθηκε μέσω του Ιερεμία του προφήτη, όταν έλεγε: Και έλαβαν τα τριάντα αργύρια, την τιμή εκείνου που είχαν εκτιμήσει, του οποίου την τιμή καθόρισαν μερικοί από τους γιους Ισραήλ,
10 και τα έδωσαν στον αγρό του κεραμέα, καθώς με πρόσταξε ο Κύριος.
11 Τότε ο Ιησούς στάθηκε μπροστά στον ηγεμόνα. Και τον επερώτησε ο ηγεμόνας λέγοντας: «Εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;» Και ο Ιησούς είπε: «Εσύ το λες».
12 Και ενώ τον κατηγορούσαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι, τίποτα δεν αποκρίθηκε.
13 Τότε του λέει ο Πιλάτος: «Δεν ακούς πόσα μαρτυρούν εναντίον σου;»
14 Και δεν του αποκρίθηκε ούτε σε ένα λόγο, ώστε θαύμαζε ο ηγεμόνας πολύ.
15 Κατά την εορτή, λοιπόν, συνήθιζε ο ηγεμόνας να απολύει ένα φυλακισμένο για το πλήθος, όποιον ήθελαν.
16 Και είχαν τότε ένα διαβόητο φυλακισμένο, που τον έλεγαν Ιησού Βαραβά.
17 Ενώ, λοιπόν, αυτοί ήταν συναγμένοι, τους είπε ο Πιλάτος: «Ποιον θέλετε να σας απολύσω, τον Ιησού τον Βαραβά ή τον Ιησού τον λεγόμενο Χριστό;»
18 Γιατί ήξερε ότι τον παράδωσαν από φθόνο.
19 Και ενώ αυτός καθόταν πάνω στο βήμα, απέστειλε μήνυμα προς αυτόν η γυναίκα του λέγοντας: «Τίποτε να μην υπάρχει ανάμεσα σ’ εσένα και στον δίκαιο εκείνο. γιατί πολλά έπαθα σήμερα στο όνειρό μου εξαιτίας του».
20 Αλλά οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν τους όχλους να ζητήσουν το Βαραβά, ενώ τον Ιησού να τον θανατώσουν.
21 Έλαβε τότε το λόγο ο ηγεμόνας και τους είπε: «Ποιον από τους δύο θέλετε να σας απολύσω;» Εκείνοι είπαν: «Το Βαραβά».
22 Τους λέει ο Πιλάτος: «Τι λοιπόν να κάνω τον Ιησού, το λεγόμενο Χριστό;» Λένε όλοι: «Να σταυρωθεί».
23 Εκείνος είπε: «Γιατί, τι κακό έκανε;» Εκείνοι περισσότερο έκραζαν λέγοντας: «Να σταυρωθεί».
24 Όταν είδε λοιπόν ο Πιλάτος ότι τίποτα δεν ωφελεί, αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται, αφού έλαβε νερό, ένιψε τα χέρια του απέναντι στον όχλο λέγοντας: «Αθώος είμαι από το αίμα τούτου. εσάς θα αφορά».
25 Και αποκρίθηκε όλος ο λαός και είπε: «Το αίμα αυτού πάνω σ’ εμάς και πάνω στα παιδιά μας».
26 Τότε τους απόλυσε το Βαραβά, ενώ τον Ιησού, αφού τον μαστίγωσε, τον παράδωσε για να σταυρωθεί.
27 Τότε οι στρατιώτες του ηγεμόνα παραλάβανε τον Ιησού στο πραιτόριο και σύναξαν γύρω του όλη τη στρατιωτική μονάδα.
28 Και αφού τον έγδυσαν, τον περιέβαλαν με κόκκινη χλαμύδα.
29 Και έπλεξαν στεφάνι από αγκάθια και το έθεσαν πάνω στο κεφάλι του και του έδωσαν καλάμι στο δεξί του χέρι. Και γονάτισαν μπροστά του και τον ενέπαιξαν λέγοντας: «Χαίρε, βασιλιά των Ιουδαίων».
30 Και αφού έφτυσαν σ’ αυτόν, έλαβαν το καλάμι και χτυπούσαν στο κεφάλι του.
31 Και όταν τον ενέπαιξαν, τον έγδυσαν από τη χλαμύδα και τον έντυσαν τα ρούχα του και τον οδήγησαν για να τον σταυρώσουν.
32 Καθώς εξέρχονταν, τότε, βρήκαν έναν άνθρωπο Κυρηναίο με το όνομα Σίμωνας. Τούτον αγγάρεψαν, για να σηκώσει το σταυρό του.
33 Και όταν ήρθαν σ’ έναν τόπο λεγόμενο Γολγοθά, που σημαίνει “Κρανίου Τόπος”,
34 του έδωσαν να πιει κρασί ανακατεμένο με χολή. Και όταν γεύτηκε, δε θέλησε να πιει.
35 Τον σταύρωσαν, τότε, και διαμοιράστηκαν τα ιμάτιά του ρίχνοντας κλήρο,
36 και καθισμένοι τον φύλαγαν εκεί.
37 Και έθεσαν πάνω από το κεφάλι του την αιτία της καταδίκης του γραμμένη: “Αυτός είναι ο Ιησούς, ο βασιλιάς των Ιουδαίων”.
38 Τότε σταυρώνονται μαζί του δύο ληστές, ένας από τα δεξιά και ένας από τα αριστερά του.
39 Εκείνοι που πορεύονταν δίπλα του τον βλαστημούσαν κουνώντας τα κεφάλια τους
40 και λέγοντας: «Εσύ που καταστρέφεις το ναό και σε τρεις ημέρες τον οικοδομείς, σώσε τον εαυτό σου, αν είσαι Υιός του Θεού, και κατέβα από το σταυρό».
41 Όμοια και οι αρχιερείς τον ενέπαιζαν μαζί με τους γραμματείς και τους πρεσβυτέρους και έλεγαν:
42 «Άλλους έσωσε, τον εαυτό του δε δύναται να σώσει. Είναι βασιλιάς του Ισραήλ, ας κατεβεί τώρα από το σταυρό και θα πιστέψουμε σ’ αυτόν.
43 Έχει πεποίθηση στο Θεό. ας τον σώσει τώρα αν τον θέλει. Γιατί είπε: “Είμαι Υιός του Θεού”».
44 Το ίδιο μάλιστα τον έβριζαν και οι ληστές που σταυρώθηκαν μαζί του.
45 Από τις δώδεκα η ώρα το μεσημέρι έγινε λοιπόν σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη ως τις τρεις η ώρα το απόγευμα.
46 Και γύρω στις τρεις η ώρα αναβόησε ο Ιησούς με φωνή μεγάλη λέγοντας: «Ηλι Ηλι λεμα σαβαχθανι;», τουτέστιν: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;»
47 Τότε μερικοί από εκείνους που είχαν σταθεί εκεί, όταν άκουσαν, έλεγαν: «Αυτός φωνάζει τον Ηλία».
48 Και αμέσως έτρεξε ένας από αυτούς και έλαβε ένα σφουγγάρι και το γέμισε με ξίδι και το έθεσε γύρω από ένα καλάμι και του έδινε να πιει.
49 Αλλά οι υπόλοιποι έλεγαν: «Άφησε, ας δούμε αν έρχεται ο Ηλίας να τον σώσει».
50 Και ο Ιησούς, αφού πάλι έκραξε με φωνή μεγάλη, άφησε το πνεύμα. 51 Και ιδού, το καταπέτασμα του ναού σχίστηκε από πάνω ως κάτω στα δύο, και η γη σείστηκε και οι βράχοι σχίστηκαν,
52 και τα μνήματα ανοίχτηκαν και πολλά σώματα κοιμισμένων αγίων εγέρθηκαν
53 και, αφού εξήλθαν από τα μνήματα, μετά την έγερσή του εισήλθαν στην άγια πόλη και εμφανίστηκαν σε πολλούς.
54 Ο εκατόνταρχος τότε και αυτοί που φύλαγαν μαζί του τον Ιησού, όταν είδαν το σεισμό και όσα έγιναν, φοβήθηκαν πάρα πολύ, λέγοντας: «Αλήθεια, Υιός Θεού ήταν αυτός».
55 Και ήταν εκεί πολλές γυναίκες από μακριά που έβλεπαν, οι οποίες ακολούθησαν τον Ιησού από τη Γαλιλαία και τον διακονούσαν.
56 Μεταξύ των οποίων ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσήφ, και η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου.
57 Όταν λοιπόν βράδιασε, ήρθε ένας άνθρωπος πλούσιος από την Αριμαθαία με το όνομα Ιωσήφ, που και αυτός μαθήτεψε στον Ιησού.
58 Αυτός πλησίασε τον Πιλάτο και του ζήτησε το σώμα του Ιησού. Τότε ο Πιλάτος διέταξε να του αποδοθεί.
59 Και όταν έλαβε το σώμα ο Ιωσήφ, το τύλιξε μέσα σ’ ένα σεντόνι καθαρό
60 και το έθεσε μέσα στο καινούργιο μνήμα του που λατόμησε στο βράχο. Και αφού κύλησε ένα λίθο μεγάλο στη θύρα του μνήματος, έφυγε.
61 Ήταν τότε εκεί η Μαριάμ η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία καθισμένες απέναντι στον τάφο.
62 Και την επόμενη ημέρα, που είναι μετά την ημέρα της παρασκευής, συνάχτηκαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι μπροστά στον Πιλάτο
63 λέγοντας: «Κύριε, θυμηθήκαμε ότι εκείνος ο πλάνος είπε, ενώ ακόμα ζούσε: “Θα εγερθώ μετά τρεις ημέρες”.
64 Διάταξε λοιπόν να ασφαλιστεί ο τάφος ως την τρίτη ημέρα, μην τυχόν έρθουν οι μαθητές του και τον κλέψουν και πουν στο λαό: “Εγέρθηκε από τους νεκρούς” – και θα είναι η τελευταία πλάνη χειρότερη από την πρώτη».
65 Τους είπε ο Πιλάτος: «Έχετε φρουρά. πηγαίνετε, ασφαλίστε όπως ξέρετε».
66 Εκείνοι πορεύτηκαν και ασφάλισαν τον τάφο, αφού σφράγισαν το λίθο μαζί με τη φρουρά.
2 Και αφού τον έδεσαν, τον οδήγησαν και τον παρέδωσαν στον ηγεμόνα, τον Πόντιο Πιλάτο.
3 Τότε, όταν είδε ο Ιούδας, που τον παράδωσε, ότι καταδικάστηκε, μεταμελήθηκε και επέστρεψε τα τριάντα αργύρια στους αρχιερείς και στους πρεσβυτέρους,
4 λέγοντας: «Αμάρτησα, γιατί παράδωσα αίμα αθώο». Εκείνοι του είπαν: «Τι σχέση έχει αυτό μ’ εμάς; Εσένα θα αφορά».
5 Και αφού έριξε τα αργύρια στο ναό, αναχώρησε και πήγε και κρεμάστηκε.
6 Οι αρχιερείς, τότε, έλαβαν τα αργύρια και είπαν: «Δεν επιτρέπεται να τα βάλουμε στο θησαυροφυλάκιο του ναού, επειδή είναι τιμή αίματος».
7 Και αφού έκαναν συμβούλιο, αποφάσισαν και αγόρασαν από αυτά τον αγρό του κεραμέα για ταφή των ξένων.
8 Γι’ αυτό καλέστηκε ο αγρός εκείνος, “Αγρός Αίματος”, ως τη σημερινή ημέρα.
9 Τότε εκπληρώθηκε εκείνο που ειπώθηκε μέσω του Ιερεμία του προφήτη, όταν έλεγε: Και έλαβαν τα τριάντα αργύρια, την τιμή εκείνου που είχαν εκτιμήσει, του οποίου την τιμή καθόρισαν μερικοί από τους γιους Ισραήλ,
10 και τα έδωσαν στον αγρό του κεραμέα, καθώς με πρόσταξε ο Κύριος.
11 Τότε ο Ιησούς στάθηκε μπροστά στον ηγεμόνα. Και τον επερώτησε ο ηγεμόνας λέγοντας: «Εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;» Και ο Ιησούς είπε: «Εσύ το λες».
12 Και ενώ τον κατηγορούσαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι, τίποτα δεν αποκρίθηκε.
13 Τότε του λέει ο Πιλάτος: «Δεν ακούς πόσα μαρτυρούν εναντίον σου;»
14 Και δεν του αποκρίθηκε ούτε σε ένα λόγο, ώστε θαύμαζε ο ηγεμόνας πολύ.
15 Κατά την εορτή, λοιπόν, συνήθιζε ο ηγεμόνας να απολύει ένα φυλακισμένο για το πλήθος, όποιον ήθελαν.
16 Και είχαν τότε ένα διαβόητο φυλακισμένο, που τον έλεγαν Ιησού Βαραβά.
17 Ενώ, λοιπόν, αυτοί ήταν συναγμένοι, τους είπε ο Πιλάτος: «Ποιον θέλετε να σας απολύσω, τον Ιησού τον Βαραβά ή τον Ιησού τον λεγόμενο Χριστό;»
18 Γιατί ήξερε ότι τον παράδωσαν από φθόνο.
19 Και ενώ αυτός καθόταν πάνω στο βήμα, απέστειλε μήνυμα προς αυτόν η γυναίκα του λέγοντας: «Τίποτε να μην υπάρχει ανάμεσα σ’ εσένα και στον δίκαιο εκείνο. γιατί πολλά έπαθα σήμερα στο όνειρό μου εξαιτίας του».
20 Αλλά οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν τους όχλους να ζητήσουν το Βαραβά, ενώ τον Ιησού να τον θανατώσουν.
21 Έλαβε τότε το λόγο ο ηγεμόνας και τους είπε: «Ποιον από τους δύο θέλετε να σας απολύσω;» Εκείνοι είπαν: «Το Βαραβά».
22 Τους λέει ο Πιλάτος: «Τι λοιπόν να κάνω τον Ιησού, το λεγόμενο Χριστό;» Λένε όλοι: «Να σταυρωθεί».
23 Εκείνος είπε: «Γιατί, τι κακό έκανε;» Εκείνοι περισσότερο έκραζαν λέγοντας: «Να σταυρωθεί».
24 Όταν είδε λοιπόν ο Πιλάτος ότι τίποτα δεν ωφελεί, αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται, αφού έλαβε νερό, ένιψε τα χέρια του απέναντι στον όχλο λέγοντας: «Αθώος είμαι από το αίμα τούτου. εσάς θα αφορά».
25 Και αποκρίθηκε όλος ο λαός και είπε: «Το αίμα αυτού πάνω σ’ εμάς και πάνω στα παιδιά μας».
26 Τότε τους απόλυσε το Βαραβά, ενώ τον Ιησού, αφού τον μαστίγωσε, τον παράδωσε για να σταυρωθεί.
27 Τότε οι στρατιώτες του ηγεμόνα παραλάβανε τον Ιησού στο πραιτόριο και σύναξαν γύρω του όλη τη στρατιωτική μονάδα.
28 Και αφού τον έγδυσαν, τον περιέβαλαν με κόκκινη χλαμύδα.
29 Και έπλεξαν στεφάνι από αγκάθια και το έθεσαν πάνω στο κεφάλι του και του έδωσαν καλάμι στο δεξί του χέρι. Και γονάτισαν μπροστά του και τον ενέπαιξαν λέγοντας: «Χαίρε, βασιλιά των Ιουδαίων».
30 Και αφού έφτυσαν σ’ αυτόν, έλαβαν το καλάμι και χτυπούσαν στο κεφάλι του.
31 Και όταν τον ενέπαιξαν, τον έγδυσαν από τη χλαμύδα και τον έντυσαν τα ρούχα του και τον οδήγησαν για να τον σταυρώσουν.
32 Καθώς εξέρχονταν, τότε, βρήκαν έναν άνθρωπο Κυρηναίο με το όνομα Σίμωνας. Τούτον αγγάρεψαν, για να σηκώσει το σταυρό του.
33 Και όταν ήρθαν σ’ έναν τόπο λεγόμενο Γολγοθά, που σημαίνει “Κρανίου Τόπος”,
34 του έδωσαν να πιει κρασί ανακατεμένο με χολή. Και όταν γεύτηκε, δε θέλησε να πιει.
35 Τον σταύρωσαν, τότε, και διαμοιράστηκαν τα ιμάτιά του ρίχνοντας κλήρο,
36 και καθισμένοι τον φύλαγαν εκεί.
37 Και έθεσαν πάνω από το κεφάλι του την αιτία της καταδίκης του γραμμένη: “Αυτός είναι ο Ιησούς, ο βασιλιάς των Ιουδαίων”.
38 Τότε σταυρώνονται μαζί του δύο ληστές, ένας από τα δεξιά και ένας από τα αριστερά του.
39 Εκείνοι που πορεύονταν δίπλα του τον βλαστημούσαν κουνώντας τα κεφάλια τους
40 και λέγοντας: «Εσύ που καταστρέφεις το ναό και σε τρεις ημέρες τον οικοδομείς, σώσε τον εαυτό σου, αν είσαι Υιός του Θεού, και κατέβα από το σταυρό».
41 Όμοια και οι αρχιερείς τον ενέπαιζαν μαζί με τους γραμματείς και τους πρεσβυτέρους και έλεγαν:
42 «Άλλους έσωσε, τον εαυτό του δε δύναται να σώσει. Είναι βασιλιάς του Ισραήλ, ας κατεβεί τώρα από το σταυρό και θα πιστέψουμε σ’ αυτόν.
43 Έχει πεποίθηση στο Θεό. ας τον σώσει τώρα αν τον θέλει. Γιατί είπε: “Είμαι Υιός του Θεού”».
44 Το ίδιο μάλιστα τον έβριζαν και οι ληστές που σταυρώθηκαν μαζί του.
45 Από τις δώδεκα η ώρα το μεσημέρι έγινε λοιπόν σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη ως τις τρεις η ώρα το απόγευμα.
46 Και γύρω στις τρεις η ώρα αναβόησε ο Ιησούς με φωνή μεγάλη λέγοντας: «Ηλι Ηλι λεμα σαβαχθανι;», τουτέστιν: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;»
47 Τότε μερικοί από εκείνους που είχαν σταθεί εκεί, όταν άκουσαν, έλεγαν: «Αυτός φωνάζει τον Ηλία».
48 Και αμέσως έτρεξε ένας από αυτούς και έλαβε ένα σφουγγάρι και το γέμισε με ξίδι και το έθεσε γύρω από ένα καλάμι και του έδινε να πιει.
49 Αλλά οι υπόλοιποι έλεγαν: «Άφησε, ας δούμε αν έρχεται ο Ηλίας να τον σώσει».
52 και τα μνήματα ανοίχτηκαν και πολλά σώματα κοιμισμένων αγίων εγέρθηκαν
53 και, αφού εξήλθαν από τα μνήματα, μετά την έγερσή του εισήλθαν στην άγια πόλη και εμφανίστηκαν σε πολλούς.
54 Ο εκατόνταρχος τότε και αυτοί που φύλαγαν μαζί του τον Ιησού, όταν είδαν το σεισμό και όσα έγιναν, φοβήθηκαν πάρα πολύ, λέγοντας: «Αλήθεια, Υιός Θεού ήταν αυτός».
55 Και ήταν εκεί πολλές γυναίκες από μακριά που έβλεπαν, οι οποίες ακολούθησαν τον Ιησού από τη Γαλιλαία και τον διακονούσαν.
56 Μεταξύ των οποίων ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσήφ, και η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου.
57 Όταν λοιπόν βράδιασε, ήρθε ένας άνθρωπος πλούσιος από την Αριμαθαία με το όνομα Ιωσήφ, που και αυτός μαθήτεψε στον Ιησού.
58 Αυτός πλησίασε τον Πιλάτο και του ζήτησε το σώμα του Ιησού. Τότε ο Πιλάτος διέταξε να του αποδοθεί.
59 Και όταν έλαβε το σώμα ο Ιωσήφ, το τύλιξε μέσα σ’ ένα σεντόνι καθαρό
60 και το έθεσε μέσα στο καινούργιο μνήμα του που λατόμησε στο βράχο. Και αφού κύλησε ένα λίθο μεγάλο στη θύρα του μνήματος, έφυγε.
61 Ήταν τότε εκεί η Μαριάμ η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία καθισμένες απέναντι στον τάφο.
62 Και την επόμενη ημέρα, που είναι μετά την ημέρα της παρασκευής, συνάχτηκαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι μπροστά στον Πιλάτο
63 λέγοντας: «Κύριε, θυμηθήκαμε ότι εκείνος ο πλάνος είπε, ενώ ακόμα ζούσε: “Θα εγερθώ μετά τρεις ημέρες”.
64 Διάταξε λοιπόν να ασφαλιστεί ο τάφος ως την τρίτη ημέρα, μην τυχόν έρθουν οι μαθητές του και τον κλέψουν και πουν στο λαό: “Εγέρθηκε από τους νεκρούς” – και θα είναι η τελευταία πλάνη χειρότερη από την πρώτη».
65 Τους είπε ο Πιλάτος: «Έχετε φρουρά. πηγαίνετε, ασφαλίστε όπως ξέρετε».
66 Εκείνοι πορεύτηκαν και ασφάλισαν τον τάφο, αφού σφράγισαν το λίθο μαζί με τη φρουρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου