Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης
Η πόλις των Αθηνών μπορεί να καυχιέται για την πληθώρα των αγίων που ανάδειξε στο διάβα των αιώνων. Ιδιαίτερα πρέπει να καυχιέται για τον άγιο Ιερομάρτυρα Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, ο οποίος συγκαταλέγεται στους μεγάλους Πατέρες και Ιεράρχες της Εκκλησίας μας.
Γεννήθηκε στην Αθήνα περί το 10 π. Χ. και καταγόταν από επιφανή αθηναϊκή οικογένεια, η οποία φρόντισε να τον μορφώσει στις μεγάλες φιλοσοφικές σχολές του κλεινού άστεως, η οποία, όπως και ολόκληρη η Ελλάδα, βρισκόταν την εποχή εκείνη υπόδουλη στους Ρωμαίους, αλλά διατηρούσε ακόμη την αίγλη της, έχοντας κάποια προνόμια, με σπουδαιότερο τη λειτουργία του Αρείου Πάγου. Ο Διονύσιος σπούδασε φιλοσοφία και κατέστη επίλεκτο μέλος της αθηναϊκής κοινωνίας. Μάλιστα του δόθηκε η θέση ενός από τους εννέα βουλευτές του Αρείου Πάγου.
Αν και ζούσε σε μια «κατείδωλον» πόλη, όπου η ειδωλολατρία είχε εξαχρειώσει τα ήθη των κατοίκων στην εποχή του, ζούσε με σύνεση και καλλιεργούσε τις έμφυτες αρετές του. Ζούσε σαν Χριστιανός προτού γίνει Χριστιανός. Όλοι τον θαύμαζαν και τον εκτιμούσαν, διότι στην άσκηση των καθηκόντων του απέδιδε δικαιοσύνη.
Περί το 33 μ. Χ. μετέβηκε στην Ηλιούπολη της Αιγύπτου για ανώτερες μελέτες. Κάποιο ανοιξιάτικο μεσημέρι είδε ξαφνικά τον ήλιο να σβήνει, πυκνό πέπλο σκοταδιού να σκεπάζει όλη τη γη και να συγκλονίζεται από ισχυρό σεισμό. Ο Θεάνθρωπος Λυτρωτής μας έπασχε στην Παλαιστίνη και γι’ αυτό συγκλονιζόταν ολάκερη η δημιουργία. Ο ευσεβής Διονύσιος απόρησε από το υπερφυσικό γεγονός και αναφώνησε: «Ή θεός τις πάσχει, ή το παν απόλλυται»! Μάλιστα σημείωσε τη χρονολογία, την ημέρα και την ώρα που έλαβε χώρα το συγκλονιστικό γεγονός, το οποίο χαράχτηκε βαθιά στην ψυχή του και ζητούσε εξήγηση.
Μετά από την ολοκλήρωση των σπουδών του γύρισε ξανά στην Αθήνα, στη θέση του αρεοπαγίτη, αποδίδοντας δικαιοσύνη. Περί το 49 μ. Χ. ήρθε στην Αθήνα ένας περίεργος φλογερός κήρυκας μιας νέας θρησκείας. Ήταν ο απόστολος Παύλος, ο οποίος κλήθηκε από τους Αθηναίους να αναπτύξει τις «σπερμολογίες» του από το βήμα του Αρείου Πάγου. Εκεί ο μεγάλος απόστολος ανάγγειλε στους Αθηναίους τον «Άγνωστο Θεό» τον Οποίο λάτρευαν, αν και τον αγνοούσαν. Μεταξύ των ακροατών του ήταν και ο αρεοπαγίτης Διονύσιος. Βεβαίως, το άμεσο αποτέλεσμα του υπέροχου εκείνου κηρύγματος, ήταν πενιχρό. Πίστεψαν μόνο ο Διονύσιος, μια γυναίκα η Δάμαρις και μερικοί άλλοι, όπως μας αναφέρει το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων.
Το κήρυγμα του Αποστόλου των Εθνών προξένησε ισχυρή εντύπωση στον ευσεβή Διονύσιο, ο λόγος του Θεού έγινε δεκτός και άρχισε να καρποφορεί στην αγαθή ψυχή του. Κάλεσε λοιπόν τον Παύλο στο σπίτι του όπου ζήτησε να μάθει περισσότερα για την νέα πίστη. Όταν ο Παύλος του διηγήθηκε τα συγκλονιστικά γεγονότα του Θείου Πάθους, θυμήθηκε τα υπερφυσικά γεγονότα που βίωσε στην Αίγυπτο. Βεβαιώθηκε λοιπόν ότι ο Θεός που έπασχε ήταν ο Χριστός, ο μόνος αληθινός Θεός. Αμέσως ζήτησε από τον Παύλο να βαπτισθεί, μαζί με την οικογένειά του. Αυτή η απόφασή του οδήγησε και πολλούς άλλους Αθηναίους να αρνηθούν την ειδωλολατρική θρησκεία και να βαπτιστούν, απαρτίζοντας έτσι την πρώτη εκκλησία των Αθηνών, με πρώτο επίσκοπό της τον άγιο Ιερόθεο, αρεοπαγίτης και αυτός, έναν ευσεβέστατο Αθηναίο (εορτάζει την 4η Οκτωβρίου εκάστου έτους)
Ο Διονύσιος αφιερώθηκε ψυχή τε και σώματι στην Εκκλησία του Χριστού. Τώρα πλέον οι αρετές που βίωνε δεν ήταν θεωρητικά σχήματα, αλλά ο ευαγγελικός νόμος. Μάλιστα, μετά το θάνατο του αγίου Ιεροθέου οι Αθηναίοι Χριστιανοί απαίτησαν να χειροτονηθεί επίσκοπός τους ο Διονύσιος. Ως επίσκοπος πια της λαμπρής Αθήνας εργάστηκε με ζήλο για την ανάπτυξη της τοπικής εκκλησίας. Μέσα σε λίγα χρόνια μετέστρεψε πλήθος ειδωλολατρών στη νέα πίστη.
Σύμφωνα με την παράδοση πήγε στα Ιεροσόλυμα να γνωρίσει και να προσκυνήσει την Μητέρα του Κυρίου. Κήρυξε κατόπιν σε πολλές χώρες και κατόπιν γύρισε πάλι στην Αθήνα. Κατά την κοίμηση της Θεοτόκου, αρπάγη και αυτός σε νεφέλη, όπως οι άγιοι απόστολοι και παραβρέθηκε στην κηδεία της.
Αφού ποίμανε για πολλά χρόνια τον επισκοπικό θρόνο των Αθηνών, θεώρησε ότι έπρεπε να συνεχίσει το υπόλοιπο της ζωής του ως ιεραπόστολος. Πήγε στη Δύση και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, έκτισε μια μικρή εκκλησία, όπου την έκαμε κέντρο της ιεραποστολής του. Κήρυττε με θέρμη και ζήλο στους ειδωλολάτρες της περιοχής, όπου πολλοί εγκατέλειπαν τα είδωλα και ασπάζονταν την πίστη στο Χριστό, ιδρύοντας και εδραιώνοντας ισχυρή εκκλησία στην καρδιά της Ευρώπης.
Αλλά τα χρόνια εκείνα βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη οι φοβεροί διωγμοί κατά των Χριστιανών από τους ειδωλολάτρες Ρωμαίους. Χιλιάδες πιστοί συλλαμβάνονταν, βασανίζονταν και θανατώνονταν με τους πλέον φρικτούς και επώδυνους τρόπους. Η δράση του αγίου επισκόπου των Παρισίων έγινε γνωστή στις ρωμαϊκές αρχές, τον κατήγγειλαν οι άθλιοι αδίστακτοι ειδωλολάτρες ιερείς δρυίδες, οι οποίοι συν τοις άλλοις πραγματοποιούσαν χιλιάδες ανθρωποθυσίες κατ’ έτος στους αιμοδιψείς δαιμονικούς «θεούς» τους. Τον κατήγγειλαν στον αυτοκράτορα Δομετιανό (82-96), ότι αρνείται να σεβαστεί τον αυτοκράτορα και να λατρεύσει τους «θεούς» της αυτοκρατορίας, παρακινώντας και τους πολίτες να κάμουν το ίδιο. Συνελήφθη και σύρθηκε δέσμιος στον τοπικό διοικητή, ο οποίος προσπάθησε στην αρχή με κολακείες και στη συνέχεια με φοβέρες να αρνηθεί την πίστη του. Ο Διονύσιος, με πρωτοφανή ηρωισμό και παρρησία στηλίτευσε την ειδωλολατρική του πίστη, η οποία λατρεύει «θεούς» θηριώδεις, κακούργους και ανήθικους.
Μετά τη γενναία απολογία του, αποφασίστηκε η θανατική του καταδίκη. Να αποκεφαλισθεί μαζί με τους ηρωικούς ακολούθους του Ρουστικό και Ελευθέριο. Αλλά αφού έκοψαν την τίμια κεφαλή του έγινε το απροσδόκητο: Ο άγιος ακέφαλος έσκυψε, πήρε στα χέρια του το κεφάλι του και περπάτησε δύο μίλια, γεμίζοντας θαυμασμό τους δημίους του. Συνάντησε μια ευλαβή γυναίκα, ονόματι Κατούλα, στην οποία παρέδωσε την κεφαλή του. Εκείνη φρόντισε για την ταφή του Διονυσίου, καθώς και των άλλων δύο Μαρτύρων, κοντά στο Παρίσι. Η τιμία κάρα του βρίσκεται σήμερα στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου του Αγίου Όρους.
Η Μνήμη του αγίου Διονυσίου, μαζί με τους άλλους δύο Μάρτυρες,
εορτάζεται στις 3 Οκτωβρίου εκάστου έτους.
Επ’ ονόματι του αγίου Διονυσίου εμφανίστηκαν τον 5ο μ. Χ. αιώνα περισπούδαστα συγγράμματα ύψιστης θεολογικής αξίας, τα οποία πολλοί τα αποδίδουν σε άλλον συγγραφέα. Πρόκειται για τα περίφημα «Αρεοπαγιτικά Συγγράμματα», τα οποία αποτέλεσαν τη βάση της μυστικής Θεολογίας της Εκκλησίας μας.
*άρθρον της ιστοσελίδος "Πεμπτουσία" της 3ης Οκτωβρίου 2019...
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης εἶναι προστάτης τῶν Δικαστικῶν καί τοῦ Δικαστικοῦ Σώματος, αλλά είναι και ο Πολιούχος της πόλης των Αθηνών. Για όλα αυτά τα παραπάνω που αναφέρονται στην ιστοσελίδα μας, οι Αθηναίοι τον τίμησαν, χτίζοντας έναν όμορφο και περίλαμπρο Ιερό Ναό στο κέντρο της πόλης και συγκεκριμένα στο Κολωνάκι επί της οδού Σκουφά, αλλά υπάρχει και 2ος Ιερός Ναός που τιμάται στο όνομα του, και είναι ο Ρωμαιοκαθολικός Μητροπολιτικός Ιερός Ναός των Αθηνών επί της οδού Πανεπιστημίου, ενώ ο μακαριστός Χριστόδουλος, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος σε μια ομιλία του είπε τα εξής:
Ὁμιλία τοῦ μακαριστοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χριστοδούλου, στὰ ἀποκαλυπτήρια ψηφιδωτοῦ του Ἁγ. Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου.
Ἀξιότιμε κύριε Δήμαρχε, Ἀξιότιμοι κύριοι,
Ἀποτελεῖ ἰδιαίτερο γεγονὸς γιὰ ὅλους τοὺς Ἀθηναίους, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς τοῦ κόσμου ἡ ἀποκάλυψη τοῦ ψηφιδωτοῦ του Ἁγίου Διονυσίου.
Καθὼς εἶναι γνωστό, ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, ὑπῆρξεν ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους Ἀθηναίους ποὺ ἐπίστευσαν στὸν Κύριο, ἀμέσως μόλις ἄκουσαν τὴν ὁμιλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Δὲν ἔχουμε πολλὲς μαρτυρίες γιὰ τὸν ἄνδρα. Τὸ ὄνομά του παραπέμπει ἀμέσως στὸν ἀρχαῖο θεὸ Διόνυσο. Γιὰ νὰ εἶναι τὴν περίοδο ἐκείνη Ἀρεοπαγίτης ὁ Διονύσιος, θὰ πρέπει νὰ ἀνῆκε σὲ διακεκριμένη ἀθηναϊκὴ οἰκογένεια. Αὐτὰ τὰ δύο στοιχεῖα μᾶς βεβαιώνουν ὅτι δὲν ἀνῆκε στὴ μικρὴ ἑβραϊκὴ κοινότητα τῆς ἐποχῆς, ἀλλὰ ἦταν ὁπωσδήποτε εὐπατρίδης Ἀθηναῖος.
Θεωρεῖται ὁ πρῶτος Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως, καὶ στὴ συνείδηση τοῦ πιστοῦ λαοῦ ἀναγνωρίσθηκε γρήγορα ὡς πολιοῦχος τῶν Ἀθηνῶν, ὡς προστάτης δηλαδὴ τῆς πόλεως. Ἡ ἐπιλογὴ δὲν εἶναι τυχαία: ὁ ἅγιος Διονύσιος ἐθεωρεῖτο κάτοχος μεγάλης σοφίας, καὶ γι᾿ αὐτὸ κρίθηκε ὁ καταλληλότερος ἀντικαταστάτης τῆς Ἀθηνᾶς Παλλάδος.
Ὑπῆρχε, ὅμως, ἕνας ἀκόμη λόγος νὰ ἀναγνωρισθεῖ ὡς πολιοῦχος τῶν Ἀθηνῶν: σὲ μίαν ἐποχὴ ὅπου οὔτε οἱ θεσμοὶ οὔτε ἄνθρωποι ἔμεναν ἀνεπηρέαστοι ἀπὸ τὶς πιέσεις τῆς ἐξουσίας καὶ τοῦ χρήματος, ὁ Διονύσιος ἦταν στὴ συνείδηση τῶν Ἀθηναίων δικαστὴς ἀνεπίληπτου ἤθους, δικαστὴς ποὺ τὴ συνείδησή του δὲν τὴν ἔκαμπτε καμμία δύναμις. Αὐτή του τὴν καθαρότητα καὶ τὴ σοφία του τιμώντας ὁ λαός, τὸν ἀνεγνώρισε ὡς τὴ χριστιανικὴ ἀπάντηση στὴν Ἀθηνᾶ.
Ἦταν τόση ἡ φήμη τῆς σοφίας του, ὥστε σὲ αὐτὸν ἀπέδωσε τὸ ἔργο του ὁ ἀνώνυμος συγγραφέας τοῦ 3ου αἰ., ποὺ ἡ ἐπιστήμη σήμερα ὀνομάζει «Ψευδο-Διονύσιο». Ὁ πιστὸς λαὸς θεώρησε εὔλογο νὰ εἶναι ἔργα τοῦ Διονυσίου Ἀθηνῶν τὰ ἐξαιρετικῶς βαθυστόχαστα αὐτὰ κείμενα, τὰ γνωστά μας ὡς «Ἀρεοπαγιτικὰ συγγράμματα». Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας τὰ ἀποδίδει στὸν ἅγιο Διονύσιο, ὅπως ἐπιβεβαιώνει τὸ Δοξαστικὸ ποὺ ψάλλεται στὸν ἑσπερινό της ἑορτῆς του: «Οὗτος γὰρ διαπτύσας τῶν Στωϊκῶν φιλοσόφων [...] τῶν ἀποῤῥήτων μυστηρίων γνώστης ἐγένετο».
Μποροῦμε λοιπὸν νὰ ποῦμε ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου, τιμοῦμε τὰ δύο πρόσωπα, τοῦ Ἀθηναίου εὐπατρίδη καὶ Ἐπισκόπου, ἀλλὰ καὶ τοῦ μεγάλου μύστη τῶν δογμάτων.
Τὰ συγγράμματα τὰ ἀποδιδόμενα στὸν ἅγιο Διονύσιο, ἀποτελοῦν θεμελιώδη κείμενα τῆς μυστικῆς θεολογίας τοῦ χριστιανισμοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ γνώρισαν ἐξαιρετικὴ διάδοση στὸν δυτικὸ κόσμο. Ἡ πρώτη μετάφραση τῶν ἔργων αὐτῶν στὰ λατινικὰ ἔγινε ἤδη τὸν 8ο αἰ. Τὸν 9ο αἰ., ὁ αὐτοκράτωρ τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μιχαὴλ ὁ Β´, δώρισε στὸν Γάλλο βασιλέα Λουδοβίκο τὸν Εὐσεβῆ ἕνα ἀντίγραφο τοῦ πρωτοτύπου. Σύντομα, τὰ ἔργα αὐτὰ διαδόθηκαν παντοῦ, καὶ θεωρήθηκαν θεόπνευστα ὄχι μόνον ἀπὸ Ὀρθοδόξους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ Καθολικοὺς καὶ Προτεστάντες.
Ἡ πελώρια ἐπίδραση τῶν κειμένων αὐτῶν σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, μοῦ ἔδωσε τὸ δικαίωμα νὰ ἰσχυριστῶ στὴν ἀρχὴ τῆς ὁμιλίας μου ὅτι τὸ περικαλλὲς ψηφιδωτὸ ποὺ φιλοτέχνησε ὁ διακεκριμμένος εἰκονογράφος κ. Τσοτσώνης, ἀπευθύνεται ὄχι μόνο στοὺς Ἀθηναίους, ὄχι μόνο στοὺς Ὀρθοδόξους, ἀλλὰ στὴ χριστιανοσύνη ὁλόκληρη. Καὶ εἶναι πρὸς τιμὴν τοῦ Δημάρχου κ. Ἀβραμοπούλου ὅτι κόσμησε τὴν Ἀθήνα μὲ ὑπέροχο μνημεῖο τοῦ πολιούχου της, ἐντοιχίζοντας τὸ ἐδῶ, στὴν καρδιὰ τῆς πόλης, στὸ Δημαρχεῖο.
Εὔχομαι σεῖς, ἡ σημερινὴ ἡγεσία τῆς δικαιοσύνης στὴν πατρίδα μας, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ δικαστές, νὰ ἔχετε τὴν εὐλογία τοῦ ἁγίου.
Εὔχομαι ἐπίσης, ὁ Δήμαρχος, ὁ ψηφιδογράφος, καὶ ὁ λαὸς τῶν Ἀθηνῶν νὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία τοῦ πολιούχου τῶν Ἀθηνῶν, νὰ τὸν ἔχουμε παράδειγμά μας, καὶ νὰ εἴμαστε ἄξιοι νὰ διαβάζουμε φωτιζόμενοι τὰ μυστικὰ συγγράμματα.
Και εμείς από την Ενορία μας,
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου