«Καί ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δέ δίκαιοι εἰς ζωήν αἰώνιον.»
Εἴμαστε τόσο ἀπορροφημένοι και τόσο βουτηγμένοι στά πράγματα τοῦ κόσμου, στίς φροντίδες τῆς ζωῆς, ὥστε πολύ λίγο σκεπτόμαστε ὅτι κάποτε, ὅταν θελήσει ὁ Θεός, θά δώσουμε λόγο τῶν πράξεών μας. Ἀλλ’ ὅσο καί ἄν λησμονοῦμε τήν ἀλήθεια αὐτή ἤ ὅσο καί ἄν φαίνεται ἐνοχλητική πολλές φορές καί θέλουμε νά τήν λησμονήσουμε, τό ἀλάνθαστο στόμα τοῦ Κυρίου μᾶς δίνει τήν διαβεβαίωση ὅτι... «θά ἔλθῃ ὁΥἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ» γιά νά κρίνει τίς γενεές τῶν ἀνθρώπων.
Τότε θά ἔλθει ὁ Χριστός «μετά δυνάμεως καί δόξης πολλῆς» γιά νά ἐπισφραγίσει μέ τήν δίκαιη κρίση του καί μέ τήν τελευταία καί ἔνδοξη ἐνέργειά του τό μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας. Τότε, ὅπως ὁ ἥλιος λιώνει τά χιόνια καί ἀποκαλύπτει τά σπήλαια καί τίς χαράδρες τῶν βουνῶν, ἔτσι καί ἡ παρουσία τοῦ Ἡλίου τῆς δικαιοσύνης θά φωτίσει καί τά πιό κρυφά μέρη τῶν συνειδήσεων.
Ἀλλοίμονο τότε σ’ ἐκείνους πού πέρασαν τή ζωή τους στό ψέμα καί στήν ὑποκρισία˙ θά ἐξευτελισθοῦν στά μάτια ἀγγέλων καί ἀνθρώπων. Καί χαρά σ’ ἐκείνους πού φρόντισαν νά φωτίσουν μέ τό φῶς τῆς ζωῆς τους˙ θά ἐπιβραβευθοῦν γιά τήν ἐντιμότητα καί τήν καθαριότητά τους.
Τό γλυκύ καί φιλάνθρωπο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ θά γίνει τήν ἡμέρα ἐκείνη δικαιόκριτο καί παντοκρατορικό. Στήν ἐμφάνισή Του θά συντριβοῦν ἡ γῆ καί ὁ οὐρανός, ὅπως μᾶς λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στήν Ἀποκάλυψη:
«Καί θρόνον μέγαν λευκόν καί τόν καθήμενον ἐπ’ αὐτῷ οὗ ἀπό προσώπου ἔφυγεν ἡ γῆ καί ὁ οὐρανός, καί τόπος οὐχ εὑρέθη αὐτοῖς» (Ἀποκ., κ΄ 11).
Θά ἠχήσουν οἱ ἄγγελοι τίς σάλπιγγες τους καί θά σεισθοῦν τά θεμέλια τῆς γῆς ἀπό τήν παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού αὐτή τήν φορά δέν θά ἔλθει ἀδύναμος καί ταπεινός, ἀλλά «μετά δυνάμεως καί δόξης πολλῆς».
«Καί θρόνον μέγαν λευκόν καί τόν καθήμενον ἐπ’ αὐτῷ οὗ ἀπό προσώπου ἔφυγεν ἡ γῆ καί ὁ οὐρανός, καί τόπος οὐχ εὑρέθη αὐτοῖς» (Ἀποκ., κ΄ 11).
Θά ἠχήσουν οἱ ἄγγελοι τίς σάλπιγγες τους καί θά σεισθοῦν τά θεμέλια τῆς γῆς ἀπό τήν παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου, πού αὐτή τήν φορά δέν θά ἔλθει ἀδύναμος καί ταπεινός, ἀλλά «μετά δυνάμεως καί δόξης πολλῆς».
Καί δέν θά ζητήσει ὁ Χριστός ἀπό τούς κρινομένους νηστεῖες, οὔτε ἀγρυπνίες, οὔτε γονυκλισίες. Πάντα ταῦτα είναι καλά καί ὠφέλιμα, στήν ψυχή μόνον, ὅταν ἔχουν όμως ἀφετηρία καί τέλος τήν κορωνίδα τῶν ἀρετῶν, τήν ἀγάπη. Χωρίς αὐτήν καταντοῦν τύποι ἀνώφελοι, πού καταπονοῦν μέν, ἀλλά δέν ἀγιάζουν τόν πιστό. Δέν ἀπορρίπτει ὁ Κύριος καμμιά ἀρετή. Ἀναφέρεται μόνο στήν ἐλεήμονα καρδιά, γιατί ἀπ’ αὐτήνἐξαρτῶνται οἱ ὑπόλοιπες ἀρετές.
Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Θεό, ἐκεῖνος τόν λατρεύει νύκτα καί ἡμέρα, ἀποφεύγει τή λατρεία παντός κτίσματος, ἀπέχει ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν δοξολογεῖ. Ὅποιος ἁγαπᾶ τόν πλησίον, ἐκεῖνος του προσφέρει τιμή, σέβεται τούς γονεῖς, ἀποφεύγει τήν μοιχεία, τήν κλοπή, τόν φόνο, τήν ψευδομαρτυρία, οὐδέποτε ἐπιθυμεῖ ξένο πράγμα. Ὁ ἐλεήμων εἶναι δίκαιος καί ἐνάρετος, ὁ δέ ἀνελεήμων παραβάτης καί ἁμαρτωλός. Γι’ αὐτό ὁ Κύριος ἔθεσε ὡς κριτήριο τήν ἀγάπη, γιατί ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τόν πλησίον «….ὅλος ὁ νόμος καί οἱ προφῆται κρέμανται».
Μέ βάση, λοιπόν, τήν ἀγάπη θά μᾶς κρίνει κατά τήν ἡμέρα τῆς δικαίας ἀνταποδόσεως. Σ’ ἐκείνους πού ἀπέδειξαν ἐλεήμονη συμπεριφορά θά τους πεί λόγια επαινετικά και γλυκά τα οποία θα είναι ευχάριστα στα αυτιά τους:
«...ἐπείνασα, ἐδίψασα, ξένος ἤμουν, γυμνόςἄρρωστος, φυλακισμένος καί μέ διακονήσατε μέ ἀγάπη. Γι’ αὐτό κληρονομήσατε τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Στούς ἄλλους όμως πού ἔζησαν ἐγωϊστικά, κλεισμένοιἐρμητικά στούς ἑαυτούς τους καί ἕμειναν ἀσυγκίνητοι στόν πόνο, στην δυστυχία καί στήν δοκιμασία τοῦ πλησίον τους θά πεί λόγια καταπελτικά και σκληρά που κανένας δεν θα ήθελε να ακούσει:
«Φύγετε ἀπό μπροστά μου καταραμένοι ἄνθρωποι καί πηγαίνετε στό πῦρ τῆς κολάσεως˙ ἐπείνασα, ἐδίψασα, ξένος ἤμουν, γυμνός, ἄρρωστος, φυλακισμένος καί σεῖς δέν μοῦ συμπαρασταθήκατε».
«...ἐπείνασα, ἐδίψασα, ξένος ἤμουν, γυμνόςἄρρωστος, φυλακισμένος καί μέ διακονήσατε μέ ἀγάπη. Γι’ αὐτό κληρονομήσατε τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Στούς ἄλλους όμως πού ἔζησαν ἐγωϊστικά, κλεισμένοιἐρμητικά στούς ἑαυτούς τους καί ἕμειναν ἀσυγκίνητοι στόν πόνο, στην δυστυχία καί στήν δοκιμασία τοῦ πλησίον τους θά πεί λόγια καταπελτικά και σκληρά που κανένας δεν θα ήθελε να ακούσει:
«Φύγετε ἀπό μπροστά μου καταραμένοι ἄνθρωποι καί πηγαίνετε στό πῦρ τῆς κολάσεως˙ ἐπείνασα, ἐδίψασα, ξένος ἤμουν, γυμνός, ἄρρωστος, φυλακισμένος καί σεῖς δέν μοῦ συμπαρασταθήκατε».
Εἶναι δυνατόν νά σκεφθεῖ κανείς καί νά ἐρωτήσει: Ὁ κώδικας μέ τόν ὁποῖο θά κριθοῦμε εἶναι μόνον ἡ αγάπη και η φιλανθρωπία; Σέ τίποτα δέ θά λογισθεί ἡ πίστη πρός τόν Ἰησοῦ; Πρίν ἀπαντήσωμε στό ἐρώτημα, ἄς φέρουμε πάλι μπροστά μας τήν εἰκόνα τῆς κρίσεως, την οποία προσκυνούμε την ημέρα αυτή της Κυριακής της Απόκρεω στις εκκλησιές όλης της οικουμένης, όπου υπάρχει Ορθοδοξία και χτυπά ακόμα η καρδιά του χριστιανού, όπου ζει η πίστη του Χριστού μας.
*Ποιός εἶναι τό κεντρικό πρόσωπο;
Ὁ Χριστός.
Ὁ Χριστός.
*Ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού χωρίζει τόν κόσμο σέ δύο στρατόπεδα; Ὁ Χριστός.
*Ἡ στάση μας πρός ποῖον μᾶς καθιστᾶ πρόβατα ἤ ἐρίφια;
Ἡ πρός τόν Χριστό.
Ἡ πρός τόν Χριστό.
Ὁ Χριστός, λοιπόν, εἶναι ἐκεῖνος πού δίδει αἰτία στήν ἀγάπη μας. Μακρυά καί χωρίς τόν Χριστό σωτηρία δέν ὑπάρχει. Αὐτός εἶναι ἡ πύλη, ἀπό τήν ὁποῖα ὅποιος εἰσέλθει σώζεται καί εὐρίσκει τήν νομή τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Ἄν ὁ Χριστός, περιγράφοντας τήν μέλλουσα κρίση, ἐξῆρε περισσότερο τά ἀγαθά ἔργα, τό ἔπραξε διότι ἤθελε νά πατάξει τήν ἀκαρπία πολλῶν χριστιανῶν καί νά μᾶς διδάξει ὅτι ἡ πίστη μαζί μέ τά ἔργα σώζουν τόν πιστό.
Ἡ μέλλουσα κρίση καί ἀνταπόδοση εἶναι συνέπεια καί ἀπόρροια τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, τῆς δικαιοσύνης ἐκείνης ἡ ὁποία θά τιμωρήσει ἀσφαλῶς ὅ,τι κακό δέν ὑπέπεσε στήν ἀντίληψη τῶν ἀνθρώπων ἤ ὅ,τι δέν κατόρθωσε ἡ δικαιοσύνη τῶν ἀνθρώπων νά τιμωρήσει. Ἀλλ’ εἶναι καί ἀπαίτηση τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, πού θάἀνταμείψει τούς ἀνθρώπους ἐκείνους, τούς ὁποίους ὄχι μόνον δέν κατόρθωσε νά ἀνταμείψει ἡ δικαιοσύνη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλ’ ἴσως καί νά ἀδίκησε.
Εἶναι ὁπωσδήποτε ἀτελής ἡ ἀπονομή τῆς ἀνθρώπινης δικαιοσύνης. Κατ’ ἀρχήν δέν ὑπάρχουν νόμοι ἀνθρώπινοι, τόσοι ὥστε νά προβλέπουν τήν τιμωρία ὅλων τῶν κακῶν. Πόσες περιπτώσεις ἀνηθικότητος μένουν ἀτιμώρητες ἀπό τούς νόμους τῶν ἀνθρώπων! Ποιος πατέρας τιμωρήθηκε, γιατί παραμέλησε ήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν του και ποια είναι η γυναίκα εκείνη που οδηγήθηκε μπροστά στην δικαιοσύνη επειδή έκανε έκτρωση. Καί ἀντιθέτως, πόσοι δίκαιοι, πόσοι ἐργάτες τῆς ἀρετῆς, πόσοι ἀθλητές τῆς ἠθικῆς ἔμειναν ἀφανεῖς ἥρωες καί, ἀντί ἀμοιβῆς, πληρώθηκαν μέ τό νόμισμα τῆς ἀχαριστίας!
Ἀλλ’ ὑπάρχουν καί νόμοι πού ἔρχονται σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τήν ἠθική τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ πλέον ἀνήθικες πράξεις θεσπίζονται σέ ορισμένα τοὐλάχιστον κράτη ὡς νόμιμες καί δέν τιμωροῦνται ἑπομένως. Ἀλλ’ ὑπάρχουν καί περιπτώσεις, ἴσως ἀμέτρητες, κατά τίς ὁποῖες μεγάλα ἐγκλήματα παραμένουν ἀτιμώρητα, χωρίς καμιά δίκη, γιατί δέν κατέστη δυνατόν νά ἀνακαλυφθοῦν οἱ δράστες, ἀλλά
καί περιπτώσεις κατά τίς ὁποῖες συνελήφθησαν μέν οἱ δράστες, ἀλλ’ ἀθωώθηκαν ἐλλείψει μαρτύρων καί ἐνοχοποιητικῶν στοιχείων ἤ καί γιά διαφόρους λόγους. Καί ὅμως, ὅλα αὐτά περνοῦν ἀπαρατήρητα σ’ αὐτόν τόν κόσμο. Πρέπει, ἐν τούτοις, νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι δέν θά περάσουν ἀπαρατήρητα στό κριτήριο τοῦ Θεοῦ.
Κανείς μας, αγαπητοί αναγνώστες της ιστοσελίδας του Ναού μας και φίλοι, διαδικτυακοί και μη, δεν θα μπορέσει να κρύψει από τον Θεό τα εγκλήματα τους, αλλά όλοι μας και ο καθένας ξεχωριστά, ξεγυμνωμένοι από οτιδήποτε μπορεί να αποκρύβει και να καλύπτει στους ανθρώπους την ψυχή μας, θα φανερωθούμε στον Δημιουργό μας και με τις καλές και κακές πράξεις, τα λόγια και τις σκέψεις μας θα κριθούμε στην δευτέρα παρουσία Του για την αιώνια Βασιλεία Του που έφτιαξε για εμάς.
Αυτήν την Κυριακή της 11ης Φεβρουαρίου 2018, Κυριακή της Απόκρεω, η Αγία Ορθόδοξος Εκκλησία, αυτό μας ὑπενθυμίζει. Την δευτέρα και αδέκαστη παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Εμείς δεν έχουμε παρά να την ακούσουμε προσεκτικά και όσες καί ἄν εἶναι οἱ δυσκολίες τῶν προβλημάτων τῆς ζωῆς μας, ὅση καί ἄν εἶναι ἡ ζάλη τῶν μεριμνῶν τοῦ βίου μας, εμείς ἄς ἀφήσουμε επιτέλους κάποτε νά ἔρθει στήν σκέψη μας ἡ πραγματικότης τῆς κρίσεως καί τῆς αἰωνίου ζωῆς που ακολουθεί, ὥστε τίς σκέψεις μας, τίς ἀποφάσεις μας καί τίς πράξεις μας νά ρυθμίζουμε καθημερινά μέ τήν προοπτική τῆς αἰωνιότητος, γιά νά βρεθοῦμε στή μερίδα, ἡ ὁποία θά ἀκούσει τήν φωνή τοῦ Κυρίου:
«Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμένην ὑμῖν Βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου».
*παρακάτω με ένα κλικ στο "Διαβάστε περισσότερα..." θα δείτε το Ευαγγέλιο της Κυριακής της Απόκρεω στο πρωτότυπο κείμενο, αλλά και σε νεοελληνική απόδοση...
της Κυριακής της Απόκρεω
Κατά Ματθαίον (κε΄ 31 - 46)
"Κυριακή 11-2-2018"
Πρωτότυπο κείμενο:
Εἶπεν ὁ Κύριος· όταν ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων.
Τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. Ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με.
Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε;
Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. Ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι;
Τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; Πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε;
Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. Ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι;
Τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
***********
Ἀπόδοση στη νεοελληνική:
Εἶπε ὁ Κύριος: «Ὅταν θα ἔλθῃ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μὲ ὅλην του τὴν δόξαν καὶ ὅλοι οἱ ἄγγελοι μαζί του, τότε θὰ καθήσῃ εἰς τὸν θρόνον τῆς δόξης του καὶ θὰ μαζευθοῦν ἐνώπιόν του ὅλα τὰ ἔθνη καὶ θὰ χωρίσῃ τοὺς μὲν ἀπὸ τοὺς δέ, ὅπως ὁ βοσκὸς χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ κατσίκια, καὶ θα τοποθετήσῃ τὰ μὲν πρόβατα πρὸς τὰ δεξιά του, τὰ δὲ κατσίκια πρὸς τὰ ἀριστερά του.
Τότε θὰ πῇ ὁ βασιλεὺς εἰς ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι πρὸς τὰ δεξιά, «Ἐλᾶτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατέρα μου, κληρονομῆστε τὴν βασιλείαν, ἡ ὁποία εἶναι ἐτοιμασμένη γιὰ σᾶς ἀπὸ τὸν καιρὸν τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου. Διότι ἐπείνασα καὶ μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἐδίψασα καὶ μ’ ἐποτίσατε, ξἐνος ἤμουνα καὶ μ’ ἐπήρατε εἰς τὸ σπίτι, γυμνὸς ἤμουνα καὶ μ’ ἐνδύσατε, ἀρρώστησα καὶ μ’ ἐπισκεφθήκατε, εἰς τὴν φυλακὴν ἤμουνα καὶ ἤλθατε σ’ ἐμέ».
Τότε θὰ τοῦ ἀποκριθοῦν οἱ δίκαιοι καὶ θὰ ποῦν, «Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾷς καὶ σ’ ἐθρέψαμε ἢ νὰ διψᾷς καὶ σ’ ἐποτίσαμε; Πότε δὲ σὲ εἴδαμε ξένον καὶ σ’ ἐπήραμε εἰς τὸ σπίτι ἢ γυμνὸν καὶ σ’ ἐνδύσαμε; Πότε σὲ εἴδαμε ἄρρωστον ἢ φυλακισμένον καὶ ἤλθαμε σ’ἐσέ;».
Ὁ βασιλεὺς θὰ ἀπαντήσῃ καὶ θὰ τοὺς πῇ, «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅ,τι ἐκάνατε εἰς ἕνα ἀπὸ τούτους τοὺς ἀσήμαντους ἀδεφλοὺς μου, σ’ ἐμὲ τὸ ἐκάνατε».
Τότε θὰ πῇ σ’ ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι πρὸς τὰ ἀριστερά, «Φύγετε ἀπ’ ἐμέ, καταραμένοι, στὴν αἰώνια φωτιά, ποὺ ἔχει ἐτοιμασθῆ διὰ τὸν διάβολον καὶ τοὺς ἀγγέλους του, διότι ἐπείνασα καὶ δὲν μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἐδίψασα καὶ δὲν μ’ ἐποτίσατε, ξένος ἤμουνα καὶ δὲν μ’ ἐπήρατε εἰς τὸ σπίτι, γυμνὸς ἤμουνα καὶ δὲν μ’ ἐνδύσατε, ἀσθενὴς ἤμουνα καὶ φυλακισμένος καὶ δὲν μ’ ἐπισκεφθήκατε».
Τότε θὰ ἀποκριθοῦν καὶ αὐτοὶ καὶ θὰ ποῦν, «Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾷς ἢ νὰ διψὰς καὶ νὰ εἶσαι ξένος ἢ γυμνὸς ἢ ἀσθενὴς ἢ φυλακισμένος καὶ δὲν σὲ ὑπηρετήσαμε;»
Τότε θὰ ἀποκριθῇ εἰς αὐτοὺς καὶ θὰ πῇ, «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅ,τι δὲν ἐκάνατε εἰς ἕνα ἀπὸ τοὺς ἀσήμαντους τούτους, οὔτε εἰς ἐμὲ ἐκάνατε».
Καὶ αὐτοὶ θὰ μεταβοῦν εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον».
Τότε θὰ πῇ ὁ βασιλεὺς εἰς ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι πρὸς τὰ δεξιά, «Ἐλᾶτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατέρα μου, κληρονομῆστε τὴν βασιλείαν, ἡ ὁποία εἶναι ἐτοιμασμένη γιὰ σᾶς ἀπὸ τὸν καιρὸν τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου. Διότι ἐπείνασα καὶ μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἐδίψασα καὶ μ’ ἐποτίσατε, ξἐνος ἤμουνα καὶ μ’ ἐπήρατε εἰς τὸ σπίτι, γυμνὸς ἤμουνα καὶ μ’ ἐνδύσατε, ἀρρώστησα καὶ μ’ ἐπισκεφθήκατε, εἰς τὴν φυλακὴν ἤμουνα καὶ ἤλθατε σ’ ἐμέ».
Τότε θὰ τοῦ ἀποκριθοῦν οἱ δίκαιοι καὶ θὰ ποῦν, «Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾷς καὶ σ’ ἐθρέψαμε ἢ νὰ διψᾷς καὶ σ’ ἐποτίσαμε; Πότε δὲ σὲ εἴδαμε ξένον καὶ σ’ ἐπήραμε εἰς τὸ σπίτι ἢ γυμνὸν καὶ σ’ ἐνδύσαμε; Πότε σὲ εἴδαμε ἄρρωστον ἢ φυλακισμένον καὶ ἤλθαμε σ’ἐσέ;».
Ὁ βασιλεὺς θὰ ἀπαντήσῃ καὶ θὰ τοὺς πῇ, «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅ,τι ἐκάνατε εἰς ἕνα ἀπὸ τούτους τοὺς ἀσήμαντους ἀδεφλοὺς μου, σ’ ἐμὲ τὸ ἐκάνατε».
Τότε θὰ πῇ σ’ ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι πρὸς τὰ ἀριστερά, «Φύγετε ἀπ’ ἐμέ, καταραμένοι, στὴν αἰώνια φωτιά, ποὺ ἔχει ἐτοιμασθῆ διὰ τὸν διάβολον καὶ τοὺς ἀγγέλους του, διότι ἐπείνασα καὶ δὲν μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἐδίψασα καὶ δὲν μ’ ἐποτίσατε, ξένος ἤμουνα καὶ δὲν μ’ ἐπήρατε εἰς τὸ σπίτι, γυμνὸς ἤμουνα καὶ δὲν μ’ ἐνδύσατε, ἀσθενὴς ἤμουνα καὶ φυλακισμένος καὶ δὲν μ’ ἐπισκεφθήκατε».
Τότε θὰ ἀποκριθοῦν καὶ αὐτοὶ καὶ θὰ ποῦν, «Κύριε, πότε σὲ εἴδαμε νὰ πεινᾷς ἢ νὰ διψὰς καὶ νὰ εἶσαι ξένος ἢ γυμνὸς ἢ ἀσθενὴς ἢ φυλακισμένος καὶ δὲν σὲ ὑπηρετήσαμε;»
Τότε θὰ ἀποκριθῇ εἰς αὐτοὺς καὶ θὰ πῇ, «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅ,τι δὲν ἐκάνατε εἰς ἕνα ἀπὸ τοὺς ἀσήμαντους τούτους, οὔτε εἰς ἐμὲ ἐκάνατε».
Καὶ αὐτοὶ θὰ μεταβοῦν εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον».
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου