Είδησις:
Φέτος, οι πανηγυρικές εκδηλώσεις, οι οποίες σαφώς και θα γίνουν με γνώμονα την δημόσια υγεία και την ασφάλεια των προσκυνητών, λόγω της βαριάς σκιάς και απειλής του κορωνοϊού, που ακόμα ελέγχει την λειτουργική και λατρευτική ζωή της Εκκλησίας μας, θα πραγματοποιηθούν σύμφωνα με το πρόγραμμα που εξέδωσε ο Ιερός Ναός του Προφήτη Ηλία, την Δευτέρα 19 Ιουλίου 2021, παραμονή της εορτής με τον πανηγυρικό Αρχιερατικό Εσπερινό, αλλά και ανήμερα, την Τρίτη 20 Ιουλίου 2021, με την Αρχιερατική Θεία Λειτουργία το πρωί και το απόγευμα με ακόμα περισσότερες αγιαστικές Ακολουθίες.
Ευχόμαστε από καρδιάς στους ιερείς και στους ενορίτες τους,
Χρόνια Πολλά & Καλή Πανήγυρη!!!
Η Ενορία μας, των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, των Ανθοκήπων της Νέας Ευκαρπίας, θα συμμετάσχει όπως πάντα, με την παρουσία κλήρου και λαού, στην χαρά της γιορτής και της Πανήγυρης αυτής.
Ἔνας ἐπίγειος Άγγελος.
Οἱ ἁγιογραφικές πληροφορίες γιά τόν προφήτη Ἠλία ἀναφέρουν ὅτι φοροῦσε ροῦχο ἀπό προβιά καί στή μέση του εἶχε δερμάτινη ζώνη (Δ΄ Βασ. α´8). Ζοῦσε αὐστηρή καί ἀσκητική ζωή, καί ἦταν ἀνυποχώρητος σέ θέματα γνήσιας λατρείας τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ δέν συμβιβαζόταν μέ τή τάση τῆς υἱοθέτησης ἀπό τούς Ἑβραίους εἰδωλολατρικῶν στοιχείων, πού ἦταν πολύ ἔντονη εποχή εκείνη.
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος, σκιαγραφώντας τήν προσωπικότητα τοῦ προφήτη Ἠλία, ἐπισημαίνει ὅτι στόν ἅγιο συνυπῆρχαν ἀντίθετες ἰδιότητες: Ἦταν φτωχός ἀλλά ταυτόχρονα καί πλούσιος ἀπαίδευτος καί σοφός· ἐνῶ ἦταν ἀκτήμων, μποροῦσε νά φέρει βροχή ἤ ἀνομβρία, ἀφοῦ ὁ Θεός εἰσήκουε τήν προσευχή του.
Ἔχτισε θυσιαστήριο στόν Βάαλ, στό ναό τοῦ Βάαλ, πού εἶχε ἀνεγείρει στή Σαμάρεια. Ὁ Ἀχαάβ κατασκεύασε ἐπίσης ξύλινη λατρευτική στήλη καί ἔκανε περισσότερες ἁμαρτίες ἀπ’ ὅλους τούς προκατόχους του βασιλιάδες τοῦ Ἰσραήλ, ἐξοργίζοντας ἔτσι τόν Κύριο, τόν Θεό του (Γ΄ Βασ. ιϛ´ 31-33).* Φιλοξενούμενος στή Σαρεπτά.
Τότε παίρνει καί πάλι νέα ἐντολή ἀπό τόν Κύριο πού τοῦ εἶπε: Σήκω, πήγαινε στή Σαρεπτά, στήν περιοχή τῆς Σιδώνας καί μεῖνε ἐκεῖ. Ἐγώ διέταξα μία χήρα νά φροντίζει γιά τήν τροφή σου. Ξεκίνησε ὁ Ἠλίας καί ὅταν ἔφτασε στήν πύλη τῆς πόλης εἶδε μία γυναίκα πού μάζευε ξύλα. Τῆς φώναξε καί τῆς εἶπε: Φέρε μου, σέ παρακαλῶ, λίγο νερό σ’ ἕνα κύπελο γιά νά πιῶ… καί φέρε μου ἐπίσης ἕνα κομμάτι ψωμί. Ἡ ἀπάντηση τῆς γυναίκας, πού ἦταν χήρα, εἶναι συγκλονιστική: Μά τόν ἀληθινό Θεό, τόν Θεό σου, δέν ἔχω καθόλου ψωμί, παρά μόνο μία χούφτα ἀλεύρι στό πιθάρι καί λίγο λάδι στό δοχεῖο. Ἦρθα ἐδῶ γιά νά μαζέψω λίγα ξύλα, νά πάω νά ἑτοιμάσω γιά μένα καί τό γιό μου ὅ,τι ἔχει ἀπομείνει, νά τό φᾶμε καί μετά νά πεθάνουμε.
Ὕστερα ἀπό τά γεγογονότα αὐτά ἀρρώστησε βαριά καί πέθανε ὁ γιός τῆς χήρας πού φιλοξενοῦσε τόν προφήτη. Τότε ἡ γυναίκα, καθώς μᾶς πληροφορεῖ τό βιβλίο «Βασιλειῶν Γ΄» (κεφ. ιζ´, 18-24), εἶπε στόν προφήτη Ἠλία: Τί σοῦ χρωστοῦσα, ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ; Ἦρθες στό σπίτι μου γιά νά μοῦ ὑπενθυμίσεις τήν ἁμαρτία μου καί νά κάνεις νά πεθάνει ὁ γιός μου; Ἐκεῖνος ὅμως τό πῆρε ἀπό τήν ἀγκαλιά της, τό ἀνέβασε στό ἀνώγι ὅπου ἔμενε ὁ ἴδιος καί προσευχήθηκε στόν Κύριο, λέγοντας: Κύριε, Θεέ μου, γιατί ἔκανες κακό στή χήρα πού μέ φιλοξενεῖ, ἀφήνοντας νά πεθάνει ὁ γιός της; Καί συνέχισε, παρακαλώντας νά ἐπιστρέψει ἡ ψυχή τοῦ παιδιοῦ αὐτοῦ μέσα του. Ὁ Κύριος ἄκουσε τήν προσευχή του καί ἀνέστησε τό παιδί. Τό πῆρε ὁ προφήτης Ἠλίας καί τό κατέβασε ἀπό τό ἀνώγι. Τό παρέδωσε στή μητέρα του λέγοντας: Νά ὁ γιός σου, εἶναι ζωντανός. Κι ἐκείνη τοῦ ἀπάντησε: Τώρα κατάλαβα ὅτι ἐσύ εἶσαι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καί ὅ,τι προφητεύει τό στόμα σου εἶναι πραγματικά λόγος Κυρίου.Ἦταν ἤδη ὁ τρίτος χρόνος τῆς φοβερῆς ξηρασίας, ὅταν ὁ Θεός μίλησε στόν προφήτη καί τοῦ εἶπε: Πήγαινε νά παρουσιαστεῖς στόν Ἀχαάβ, κι ἐγώ θά στείλω βροχή στή γῆ (Γ΄ Βασ. 18,1). Στό μεταξύ ἡ πείνα εἶχε ἐπιδεινωθεῖ στή Σαμάρεια. Ὅταν ἔγινε ἡ συνάντηση τοῦ Ἠλία μέ τό βασιλιά Ἀχαάβ ἐκεῖνος εἶπε στόν προφήτη: Ἐσύ εἶσαι πού ἀναστατώνεις τόν Ἰσραήλ; γιά νά πάρει τή γεμάτη παρρησία ἀπάντηση: Δέν ἀναστατώνω ἐγώ τόν Ἰσραήλ, ἀλλά ἐσύ καί ἡ οἰκογένειά σου, ἐπειδή ἀρνηθήκατε νά ὑπακούσετε στίς ἐντολές τοῦ Κυρίου καί λατρέψατε τίς θεότητες τοῦ Βάαλ (Γ΄ Βασ. ιη´ 17-18). Τόν προκάλεσε μάλιστα νά δώσει ἐντολή νά συγκεντρωθοῦν ὅλοι οἱ Ἰσραηλίτες στό ὄρος Κάρμηλος, μαζί μέ τούς 450 «προφῆτες» τοῦ Βάαλ καί τούς 400 «προφῆτες» τῆς Ἀστάρτης, πού ἦταν προστατευόμενοι τῆς βασίλισσας Ἰεζάβελ.
Ὅταν ἔγινε αὐτή ἡ συγκέντρωση λαοῦ καί «προφητῶν», ὁ Ἠλίας ἀπευθύνθηκε στούς Ἰσραηλίτες καί μέ πύρινο λόγο τούς ἔλεγξε γιά τήν πίστη τους: Ὥς πότε θά ἀμφιταλαντεύεστε; Ἄν ὁ Κύριος εἶναι Θεός, ἀκολουθῆστε τον· κι ἄν εἶναι ὁ Βάαλ, ἀκολουθῆστε ἐκεῖνον… (Γ΄ Βασ. ιη´21).
*Φωτιά ἀπό τόν οὐρανό στόν βωμό τοῦ Ἠλία.
Ἡ συνέχεια εἶναι λίγο πολύ σέ ὅλους τούς χριστιανούς γνωστή: Οἱ 450 «προφῆτες» τοῦ Βάαλ προσεύχονταν στό θεό τους ἀπό τό πρωί ὥς τό μεσημέρι: «Βάαλ, ἄκουσέ μας», φώναζαν καί χοροπηδοῦσαν γύρω ἀπό τό θυσιαστήριο πού εἶχαν ἑτοιμάσει. Ἀλλά καμία φωνή καί καμία ἀπάντηση δέν ἔπαιρναν ἀπό τό θεό τους. Πρός τό μεσημέρι ὁ Ἠλίας ἄρχισε νά τούς περιπαίζει, λέγοντάς τους: Φωνάξτε πιό δυνατά, θεός εἶν’ αὐτός καί μπορεῖ νά ’ναι βυθισμένος σέ σκέψεις· μπορεῖ νά εἶναι κάπου ἀπασχολημένος ἤ νά ταξιδεύει. Ἴσως κοιμᾶται καί πρέπει νά ξυπνήσει (Γ΄ Βασ. 18,27). Εἰς μάτην ὅμως! Καμία φωνή, κανένα σημάδι ὅτι ὁ θεός τους εἶχε ἀκούσει τίς ἱκεσίες τους.
Στή συνέχεια πλησίασε τό θυσιαστήριο καί προσευχήθηκε σέ ἐπήκοο ὅλων: Κύριε, Θεέ τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ καί τοῦ Ἰακώβ, ἄς μάθουν ὅλοι σήμερα ὅτι ἐσύ εἶσαι Θεός στόν Ἰσραήλ κι ἐγώ δοῦλος σου, καί ὅτι ἐγώ ἔκανα ὅλα αὐτά τά πράγματα σύμφωνα μέ τό λόγο σου. Ἀπάντησέ μου, Κύριε, ὥστε νά μάθει ὁ λαός σου αὐτός ὅτι ἐσύ εἶσαι ὁ Κύριος, ὁ Θεός, κι ὅτι ἐσύ θά ξαναφέρεις τήν καρδιά τους κοντά σου (Γ΄ Βασ. 18, 3637).* Τό τέλος τῆς τριετοῦς ξηρασίας.
* Ὁ Ἠλίας κρύβεται στό ὄρος Χωρήβ.
Ὅταν ὁ προφήτης πῆρε τό μήνυμα φοβήθηκε καί σηκώθηκε κι ἔφυγε γιά νά σώσει τή ζωή του. Στό Γ΄ Βασιλειῶν (ιθ´, 3-10) περιγράφεται μέ ἐνάργεια τό περιστατικό: Φεύγοντας πῆγε στή ΒέερΣεβά, πού ἀνῆκε στό βασίλειο τοῦ Ἰούδα. Ἄφησε ἐκεῖ τόν ὑπηρέτη του κι ὁ ἴδιος προχώρησε μιᾶς ἡμέρας δρόμο μέσα στήν ἔρημο. Ἦρθε καί κάθισε στή σκιά ἑνός σπαρτόδενδρου. Παρακαλοῦσε νά πεθάνει: Ἀρκετά ὥς ἐδῶ, Κύριε, ἔλεγε. Πάρε τή ζωή μου, γιατί ἐγώ δέν εἶμαι καλύτερος ἀπό τούς προγόνους μου. Ὕστερα ξάπλωσε καί τόν πῆρε ὁ ὕπνος. Ἄγγελος Κυρίου ὅμως τόν ἄγγιξε καί τοῦ εἶπε: Σήκω καί φάγε. Γυρίζοντας ὁ Ἠλίας τό κεφάλι του εἶδε μία λαγάνα ψητή σέ καυτές πέτρες καί μία κανάτα νερό. Ἀφοῦ ἔφαγε καί ἤπιε, ξάπλωσε καί πάλι. Ἀλλά ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε: Σήκω καί φάγε, γιατί ἔχεις ἀκόμα πολύ δρόμο μπροστά σου. Ὁ προφήτης συμμορφώθηκε. Καί μέ τή δύναμη ἐκείνης τῆς τροφῆς βάδισε 40 μερόνυχτα ὥς τό Χωρήβ, τό βουνό τοῦ Θεοῦ. Μπῆκε σέ μία σπηλιά, ὅπου πέρασε τή νύχτα. Τότε ὁ Κύριος τόν ρώτησε: Τί ζητᾶς ἐδῶ, Ἠλία; Καί ὁ προφήτης ἀπάντησε: «Ἐγώ ἀγωνίστηκα μέ μεγάλο ζῆλο γιά σένα, Κύριε, Θεέ τοῦ σύμπαντος. Ἀλλά οἱ Ἰσραηλίτες ἀθέτησαν τή διαθήκη σου, γκρέμισαν τά θυσιαστήριά σου καί κατέσφαξαν τούς προφῆτες σου· μόνον ἐγώ ἀπέμεινα καί ζητοῦν κι ἐμένα νά θανατώσουν».Μία φορά πού ὁ Ἠλίας καί ὁ (μαθητής του) Ἐλισαῖος ἐπέστρεφαν μαζί ἀπό τά Γάλγαλα, εἶπε κάποια στιγμή ὁ πρῶτος στό δεύτερο: Μεῖνε ἐδῶ, γιατί ὁ Κύριος μέ στέλνει στή Βαιθήλ. Ὁ Ἐλισαῖος ἀπάντησε: Ὁρκίζομαι στόν ἀληθινό Θεό καί σ’ ἐσένα, ὅτι δέν θά σ’ ἀφήσω. Ἔτσι πῆγαν μαζί στή Βαιθήλ, πού εἶναι ἱερός τόπος βόρεια τῆς Ἰερουσαλήμ. Ἐκεῖ βρισκόταν μία ὁμάδα προφητῶν πού εἶπαν στόν Ἐλισαῖο: Τό ξέρεις ὅτι σήμερα ὁ Θεός θά πάρει ἀπό κοντά σου τόν κύριό σου; Αὐτός ἀπάντησε πώς τό ξέρει, ἀλλά τούς παρεκάλεσε νά μή μιλᾶνε γι’ αὐτό.
Κι ὁ Ἐλισαῖος ζήτησε νά τοῦ δώσει διπλάσιο τό προφητικό του πνεῦμα. Ὁ Ἠλίας τοῦ εἶπε: Δύσκολο πράγμα ζήτησες. Ὡστόσο ἄν μέ δεῖς τή στιγμή πού θά φεύγω ἀπό κοντά σου, τότε θά γίνει αὐτό πού ζήτησες· ἄν ὅμως δέν μέ δεῖς, δέν θά γίνει (Δ΄Βασ. β´10).
Αὐτός εἶναι ὁ βίος καί ἡ πολίτεία τοῦ ἁγίου ἐνδόξου προφήτου Ἠλιού τοῦ Θεσβίτου, τοῦ «ζηλωτοῦ καί τῶν παθῶν αὐτοκράτορος», τοῦ ὑψιπέτου καί «τῶν προφητῶν τό ἐγκαλλώπισμα», τοῦ «ἐν σώματι ἀγγέλου καί τοῦ ἀσάρκου ἀνθρώπου», «τοῦ φθαρτοῦ ἀνθρώπου» πού «ἀφθαρσίαν ἐνδέδυται», τοῦ οὐρανοδρόμου, «τοῦ ἐπόπτου ἀρρήτων μυστηρίων». Καί τίς μεσιτεῖες του ἄς ἐπικαλοῦνται στίς προσευχές τους οἱ πιστοί, κράζοντες μαζί μέ τόν ὑμνωδό του:Προφῆτα καί προόπτα τῶν μεγαλουργιῶν τοῦ Θεοῦ, Ἠλία μεγαλώνυμε, ὁ τῷ φθέγματί σου στήσας τά ὑδατόρρητα νέφη, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν, πρός τόν μόνον Φιλάνθρωπον.




.jpg)
.jpg)
.jpg)
.jpg)




Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου