Το νόημα της εορτής
Κυριακή σήμερα και ο χριστιανός γνωρίζει το αναστάσιμο μήνυμα της ημέρας αυτής και σπεύδει στην εκκλησιά της γειτονιάς του, συναθροίζεται στην Ενορία του συμπροσεύχεται και με το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και εν τέλει της Θείας Κοινωνίας, γίνεται ένα με τον Χριστό, ένα με την Εκκλησία Του, ένα με τους συνανθρώπους του. Όμως η Κυριακή αυτή σημαδεύεται και αξιώνεται έτι περισσότερο από την μεγάλη Δεσποτική & Θεομητορική εορτή της Υπαπαντής του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Το σημαντικό στην ευαγγελική περικοπή που ακούγεται από τον ιερέα την ημέρα αυτή, τόσο στον Όρθρο όσο και στην Θεία Λειτουργία είναι ότι ο Χριστός έγινε πραγματικά άνθρωπος και, όπως συνέβη παραδείγματος χάριν και στην περιτομή, έδειξε υπακοή και υποταγή στο νόμο και ταπείνωση με την παρουσίαση Του στο Ναό. Είναι ακόμα ένα τρανταχτό παράδειγμα της ενανθρωπήσεως του Χριστού.Η εορτή της Υπαπαντής τιμάται από την Εκκλησία μας στις 2 Φεβρουαρίου, 40 μέρες μετά τα Χριστούγεννα. Ονομάζεται δε Υπαπαντή γιατί ο Άγιος Πρεσβύτης Συμεών, ο Θεοδόχος όπως τον αναφέρει το Συναξάριον, υπήντησε, δηλαδή υποδέχτηκε, τον Κύριο στον Ναό του Σολομώντος, πήρε στα χέρια του την Σωτήρια του κόσμου, τον πολυαναμενόμενο Μεσσία, και με τον συγκινητικό, συνταρακτικό και σπαρακτικό λόγο του, που ακούγεται καθημερινά στην Ακολουθία του Εσπερινού, σηκώνοντας ψηλά τον μόλις σαράντα ημερών Χριστό, είπε με δάκρυα στα μάτια...
"Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ."
Τώρα, Κύριε, μπορείς να με πάρεις ειρηνικά, όπως μου υποσχέθηκες, διότι είδαν τα μάτια μου το Σωτήρα, που είναι φως για να φανερωθεί στα έθνη και δόξα του λαού σου του Ισραήλ.
Μεγάλη συγκίνηση προσφέρει επίσης και η εικόνα της Υπαπαντής του Κυρίου μας, μέσα από την τέχνη της αγιογραφίας και ειδικά της βυζαντινής, που εστιάζει στην εσωτερικότητα των προσώπων και των γεγονότων που αναπαριστά, αντίθετα με αυτήν της δυτικής καλλιτεχνικής νοοτροπίας, ενώ αν προσπαθήσουμε να την ερμηνεύσουμε η συγκίνηση τότε περισσεύει και βοηθά τον πιστό να κατανοήσει σε βάθος την αναγκαιότητα της πράξης αυτής του Σαραντισμού του Χριστού μας στον Ναό, μια πράξη που έχει περάσει μέχρι τις μέρες μας στο τυπικό της Εκκλησίας μαζί με αυτήν της ευχής της 1ης και της 8ης ημέρας, οπότε γίνεται και η ονοματοδοσία του νεογέννητου, και να υποταχθεί στον Ιουδαϊκό νόμο και ως άνθρωπος. Για να δούμε όμως τις λεπτομέρειες της εικόνας...
Τώρα, Κύριε, μπορείς να με πάρεις ειρηνικά, όπως μου υποσχέθηκες, διότι είδαν τα μάτια μου το Σωτήρα, που είναι φως για να φανερωθεί στα έθνη και δόξα του λαού σου του Ισραήλ.
Μεγάλη συγκίνηση προσφέρει επίσης και η εικόνα της Υπαπαντής του Κυρίου μας, μέσα από την τέχνη της αγιογραφίας και ειδικά της βυζαντινής, που εστιάζει στην εσωτερικότητα των προσώπων και των γεγονότων που αναπαριστά, αντίθετα με αυτήν της δυτικής καλλιτεχνικής νοοτροπίας, ενώ αν προσπαθήσουμε να την ερμηνεύσουμε η συγκίνηση τότε περισσεύει και βοηθά τον πιστό να κατανοήσει σε βάθος την αναγκαιότητα της πράξης αυτής του Σαραντισμού του Χριστού μας στον Ναό, μια πράξη που έχει περάσει μέχρι τις μέρες μας στο τυπικό της Εκκλησίας μαζί με αυτήν της ευχής της 1ης και της 8ης ημέρας, οπότε γίνεται και η ονοματοδοσία του νεογέννητου, και να υποταχθεί στον Ιουδαϊκό νόμο και ως άνθρωπος. Για να δούμε όμως τις λεπτομέρειες της εικόνας...
Έχουμε από τη μια μεριά τον Συμεών που δέχεται με αγωνία και προσμονή στην αγκαλιά του τον Χριστό μας ως Βρέφος σαράντα ημερών. Τα χέρια είναι σκεπασμένα από ευλάβεια και το γέρικο κορμί του είναι κυρτό από τα χρόνια και τις ευθύνες, ενώ η κόμη του γεμάτη με άσπρα μαλλιά, δείγμα και αυτό της μεγάλης ηλικίας, αλλά και της σοφίας που πάντα την συνοδεύει. Απέναντι του βρίσκεται η Παναγία Θεοτόκος και Παρθένος, που έχει δίπλα της τον Ιωσήφ τον μνήστορα και προστάτη της. Η Παναγία απλώνει το δεξί της χέρι σε στάση δέησης και προσφοράς, ενώ παραδίδει στο ιερατείο για να ευλογηθεί, ως άνθρωπος πάντα, ότι πολυτιμότερο έχει, τον μονογενή Υιό της. Ο Ιωσήφ κρατάει την προσφορά του στον Θεό, δύο τρυγόνια, θέλοντας να δείξει την ευγνωμοσύνη του.
Στην εικόνα της Υπαπαντής συνήθως βλέπουμε να βρίσκεται και η προφήτιδα Άννα κοντά στον Ιωσήφ και την Παναγία, συνήθως μάλιστα να κρατάει και ένα πάπυρο που να γράφει: «τούτο το βρέφος ουρανόν και γην εστερέωσεν». Η Αγία Άννα η προφήτης, όπως αναφέρετε στο Συναξάρι της και εορτάζει μαζί με τον Άγιο Συμεών τον Θεοδόχο την επομένη της εορτής της Υπαπαντής, την 3η Φεβρουαρίου, ήταν μια πολύ μεγάλη σε ηλικία γυναίκα, προφήτης και χήρα επί 84 χρόνια, η οποία δεν έφευγε ποτέ από τον Ναό μετά την χηρεία της, μια γυναίκα που ο Θεός της έδωσε το χάρισμα της προφητείας και να αναγνωρίσει τον Χριστό Μεσσία που είχε στα χέρια του ο Συμεών.
Σαράντα μέρες μετά τα Χριστούγεννα, οι ενορίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας γιορτάζουν την Υπαπαντή του Κυρίου. Όμως επειδή συνήθως η γιορτή πέφτει σε εργάσιμη μέρα, έχει σχεδόν μισοξεχαστεί, εκτός βέβαια από φέτος που πέφτει ημέρα αργίας και μάλιστα Κυριακή, μια ιδανική ευκαιρία για να μάθουμε περισσότερα για αυτήν.
Η μεγάλη αυτή Δεσποτοθεομητορική εορτή, έρχεται την στιγμή που η Εκκλησία ολοκληρώνει «το χρόνο των Χριστουγέννων», αποκαλύπτοντας και συγκεφαλαιώνοντας το νόημα των Χριστουγέννων σ’ ένα ρεύμα καθαρής και βαθιάς χαράς. Η εορτή αναφέρεται σ’ ένα γεγονός που καταγράφεται στο ευαγγέλιο του Αποστόλου Λουκά. Σαράντα μέρες μετά τη Γέννηση του Ιησού Χριστού στη Βηθλεέμ, ο Ιωσήφ και η Μαρία, ακολουθώντας την θρησκευτική συνήθεια της εποχής, «ἀνήγαγον αὐτόν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, καθώς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου…» (Λουκ. Β΄ 22-23).
Πόσο εκπληκτική και όμορφη είναι η εικόνα, ο πρεσβύτερος να κρατά στην αγκαλιά του το βρέφος, και πόσο παράξενα τα λόγια του: «ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου…». Συλλογισμένοι αυτά τα λόγια, αρχίζουμε να εκτιμούμε το βάθος αυτού του γεγονότος και την σχέση που έχει με όλους εμάς, με όλους εσάς, με όλον τον κόσμο, με την πίστη μας. Υπάρχει στον κόσμο κάτι πιο χαρούμενο από μια συνάντηση, μια «υπαπαντή» με κάποιον που αγαπάς; Είναι αλήθεια πως το να ζεις σημαίνει να περιμένεις, να αποβλέπεις σε μια συνάντηση. Δεν είναι άραγε η υπερβολική και όμορφη προσδοκία του Συμεών το σύμβολό της; Δεν είναι η πολύχρονη ζωή του σύμβολο της προσδοκίας, αυτός ο «πρεσβύτης» που περνά ολόκληρη τη ζωή του περιμένοντας το φως που φωτίζει τους πάντες και την χαρά που πληρώνει τα πάντα; Πόσο δε απροσδόκητο, πόσο άρρητα όμορφο είναι το ότι το πολυαναμενόμενο φως και η χαρά έρχεται στον πρεσβύτη Συμεών με ένα παιδί! Φανταστείτε τα τρεμάμενα χέρια του γέροντα Συμεών καθώς παίρνει στην αγκαλιά του το σαρανταήμερο βρέφος τόσο τρυφερά και προσεκτικά, ατενίζοντας το μικρό πλάσμα, και πλημμυρίζοντας από δοξολογία: «νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον σου, δέσποτα, κατά τό ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ∙ ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου».
Ο Συμεών περίμενε. Περίμενε σε ολόκληρη τη ζωή του, και είναι βέβαιο πως στοχαζόταν, προσευχόταν και βάθαινε καθώς περίμενε έτσι, ώστε στο τέλος ολόκληρη η ζωή του να είναι μια συνεχής «παραμονή» της χαρούμενης συνάντησης.
Δεν είναι καιρός να αναρωτηθούμε και εμείς τι περιμένουμε; Τι επιμένει η καρδιά μας να μας υπενθυμίζει συνεχώς; Μεταμορφώνεται βαθμιαία η ζωή μας σε μια αναμονή, καθώς περιμένουμε να συναντηθούμε με τα ουσιώδη; Αυτά είναι τα ερωτήματα που θέτει η Υπαπαντή. Εδώ, σ’ αυτή την γιορτή η ζωή του ανθρώπου αποκαλύπτεται ως ανυπέρβλητη ομορφιά μιας ώριμης ψυχής, που έχει απελευθερωθεί, βαθύνει και καθαριστεί από καθετί το μικρόψυχο, το ανόητο και τυχαίο. Ακόμη και τα γηρατειά και ο θάνατος, η γήινη μοίρα που όλοι μας μοιραζόμαστε, παρουσιάζονται εδώ τόσο απλά και πειστικά ως ανάπτυξη και άνοδος προς εκείνη την στιγμή, όταν με όλη μας την καρδιά, στην πληρότητα της ευχαριστίας, θα πούμε: «νυν απολύεις». Είδα το φως να διαπερνά τον κόσμο. Είδα το «Παιδίον», που φέρνει στον κόσμο τόση θεϊκή αγάπη, και που παραδίδεται σε μένα. Τίποτε δεν προκαλεί φόβο, τίποτε δεν είναι άγνωστο, όλα τώρα είναι ειρήνη, ευχαριστία, αγάπη.
Αυτά φέρνει η Υπαπαντή του Κυρίου. Εορτάζει την συνάντηση της ψυχής με την Αγάπη, την συνάντηση μ’ Αυτόν που μας έδωσε την ζωή, και που μας έδωσε το κουράγιο να την μεταμορφώσουμε σε αναμονή.
Αυτή είναι και η ημέρα που σοφά επέλεξε η Εκκλησία μας, την 2α Φεβρουαρίου εκάστου έτους, να εορτάσει και να αναδείξει για την θυσία και το μεγάλο έργο τους, μέσα από το γλυκό και πολυαγαπημένο πρόσωπο της Παναγίας Θεοτόκου Μάνας όλου του κόσμου, τα πρόσωπα όλων των μητέρων μας, όλων των γυναικών εκείνων που μέσα από το μεγαλύτερο δώρο του Θεού σε αυτές, την μητρότητα, ζουν και αναπνέουν για όλους εμάς, τα παιδιά τους, τους γιους και τις κόρες τους, μέσα από την χωρίς όριο αγάπη τους, μια αγάπη τόσο μεγάλη, τόσο ζεστή, τόσο ατέρμονη και αλτρουιστική, που μας βάζει πολλές φορές σε πειρασμό να την παραλληλήσουμε με αυτήν της Παναγίας Μάνας μας.
Στην εικόνα της Υπαπαντής συνήθως βλέπουμε να βρίσκεται και η προφήτιδα Άννα κοντά στον Ιωσήφ και την Παναγία, συνήθως μάλιστα να κρατάει και ένα πάπυρο που να γράφει: «τούτο το βρέφος ουρανόν και γην εστερέωσεν». Η Αγία Άννα η προφήτης, όπως αναφέρετε στο Συναξάρι της και εορτάζει μαζί με τον Άγιο Συμεών τον Θεοδόχο την επομένη της εορτής της Υπαπαντής, την 3η Φεβρουαρίου, ήταν μια πολύ μεγάλη σε ηλικία γυναίκα, προφήτης και χήρα επί 84 χρόνια, η οποία δεν έφευγε ποτέ από τον Ναό μετά την χηρεία της, μια γυναίκα που ο Θεός της έδωσε το χάρισμα της προφητείας και να αναγνωρίσει τον Χριστό Μεσσία που είχε στα χέρια του ο Συμεών.
Σαράντα μέρες μετά τα Χριστούγεννα, οι ενορίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας γιορτάζουν την Υπαπαντή του Κυρίου. Όμως επειδή συνήθως η γιορτή πέφτει σε εργάσιμη μέρα, έχει σχεδόν μισοξεχαστεί, εκτός βέβαια από φέτος που πέφτει ημέρα αργίας και μάλιστα Κυριακή, μια ιδανική ευκαιρία για να μάθουμε περισσότερα για αυτήν.
Η μεγάλη αυτή Δεσποτοθεομητορική εορτή, έρχεται την στιγμή που η Εκκλησία ολοκληρώνει «το χρόνο των Χριστουγέννων», αποκαλύπτοντας και συγκεφαλαιώνοντας το νόημα των Χριστουγέννων σ’ ένα ρεύμα καθαρής και βαθιάς χαράς. Η εορτή αναφέρεται σ’ ένα γεγονός που καταγράφεται στο ευαγγέλιο του Αποστόλου Λουκά. Σαράντα μέρες μετά τη Γέννηση του Ιησού Χριστού στη Βηθλεέμ, ο Ιωσήφ και η Μαρία, ακολουθώντας την θρησκευτική συνήθεια της εποχής, «ἀνήγαγον αὐτόν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, καθώς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου…» (Λουκ. Β΄ 22-23).
Πόσο εκπληκτική και όμορφη είναι η εικόνα, ο πρεσβύτερος να κρατά στην αγκαλιά του το βρέφος, και πόσο παράξενα τα λόγια του: «ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου…». Συλλογισμένοι αυτά τα λόγια, αρχίζουμε να εκτιμούμε το βάθος αυτού του γεγονότος και την σχέση που έχει με όλους εμάς, με όλους εσάς, με όλον τον κόσμο, με την πίστη μας. Υπάρχει στον κόσμο κάτι πιο χαρούμενο από μια συνάντηση, μια «υπαπαντή» με κάποιον που αγαπάς; Είναι αλήθεια πως το να ζεις σημαίνει να περιμένεις, να αποβλέπεις σε μια συνάντηση. Δεν είναι άραγε η υπερβολική και όμορφη προσδοκία του Συμεών το σύμβολό της; Δεν είναι η πολύχρονη ζωή του σύμβολο της προσδοκίας, αυτός ο «πρεσβύτης» που περνά ολόκληρη τη ζωή του περιμένοντας το φως που φωτίζει τους πάντες και την χαρά που πληρώνει τα πάντα; Πόσο δε απροσδόκητο, πόσο άρρητα όμορφο είναι το ότι το πολυαναμενόμενο φως και η χαρά έρχεται στον πρεσβύτη Συμεών με ένα παιδί! Φανταστείτε τα τρεμάμενα χέρια του γέροντα Συμεών καθώς παίρνει στην αγκαλιά του το σαρανταήμερο βρέφος τόσο τρυφερά και προσεκτικά, ατενίζοντας το μικρό πλάσμα, και πλημμυρίζοντας από δοξολογία: «νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον σου, δέσποτα, κατά τό ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ∙ ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου».
Ο Συμεών περίμενε. Περίμενε σε ολόκληρη τη ζωή του, και είναι βέβαιο πως στοχαζόταν, προσευχόταν και βάθαινε καθώς περίμενε έτσι, ώστε στο τέλος ολόκληρη η ζωή του να είναι μια συνεχής «παραμονή» της χαρούμενης συνάντησης.
Δεν είναι καιρός να αναρωτηθούμε και εμείς τι περιμένουμε; Τι επιμένει η καρδιά μας να μας υπενθυμίζει συνεχώς; Μεταμορφώνεται βαθμιαία η ζωή μας σε μια αναμονή, καθώς περιμένουμε να συναντηθούμε με τα ουσιώδη; Αυτά είναι τα ερωτήματα που θέτει η Υπαπαντή. Εδώ, σ’ αυτή την γιορτή η ζωή του ανθρώπου αποκαλύπτεται ως ανυπέρβλητη ομορφιά μιας ώριμης ψυχής, που έχει απελευθερωθεί, βαθύνει και καθαριστεί από καθετί το μικρόψυχο, το ανόητο και τυχαίο. Ακόμη και τα γηρατειά και ο θάνατος, η γήινη μοίρα που όλοι μας μοιραζόμαστε, παρουσιάζονται εδώ τόσο απλά και πειστικά ως ανάπτυξη και άνοδος προς εκείνη την στιγμή, όταν με όλη μας την καρδιά, στην πληρότητα της ευχαριστίας, θα πούμε: «νυν απολύεις». Είδα το φως να διαπερνά τον κόσμο. Είδα το «Παιδίον», που φέρνει στον κόσμο τόση θεϊκή αγάπη, και που παραδίδεται σε μένα. Τίποτε δεν προκαλεί φόβο, τίποτε δεν είναι άγνωστο, όλα τώρα είναι ειρήνη, ευχαριστία, αγάπη.
Αυτά φέρνει η Υπαπαντή του Κυρίου. Εορτάζει την συνάντηση της ψυχής με την Αγάπη, την συνάντηση μ’ Αυτόν που μας έδωσε την ζωή, και που μας έδωσε το κουράγιο να την μεταμορφώσουμε σε αναμονή.
Αυτή είναι και η ημέρα που σοφά επέλεξε η Εκκλησία μας, την 2α Φεβρουαρίου εκάστου έτους, να εορτάσει και να αναδείξει για την θυσία και το μεγάλο έργο τους, μέσα από το γλυκό και πολυαγαπημένο πρόσωπο της Παναγίας Θεοτόκου Μάνας όλου του κόσμου, τα πρόσωπα όλων των μητέρων μας, όλων των γυναικών εκείνων που μέσα από το μεγαλύτερο δώρο του Θεού σε αυτές, την μητρότητα, ζουν και αναπνέουν για όλους εμάς, τα παιδιά τους, τους γιους και τις κόρες τους, μέσα από την χωρίς όριο αγάπη τους, μια αγάπη τόσο μεγάλη, τόσο ζεστή, τόσο ατέρμονη και αλτρουιστική, που μας βάζει πολλές φορές σε πειρασμό να την παραλληλήσουμε με αυτήν της Παναγίας Μάνας μας.
Χρόνια πολλά στις μανούλες
όλου του κόσμου!!!
--------------------------------------------------------------------
Χαίρε Κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε, διότι από σένα ανέτειλε ο Ήλιος της Δικαιοσύνης, ο Χριστός, που είναι Θεός μας, και που φωτίζει αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι. Να ευφραίνεσαι και εσύ Δίκαιε Γέροντα, που δέχτηκες στην αγκαλιά σου τον ελευθερωτή των ψυχών μας, Αυτόν που μας χαρίζει και την Ανάσταση.
Προσεγγίσεις στην εορτή
Το Ευαγγέλιον του Όρθρου
της εορτής της Υπαπαντής.
(Κατά Λουκά Κεφάλαιο β' 25-33)
Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν ῾Ιεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ ᾿Ισραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν ῞Αγιον ἐπ᾿ αὐτόν· καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ ῾Αγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου. καὶ ἦλθεν ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν· καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον ᾿Ιησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ, καὶ αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ εὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε· νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν. φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου ᾿Ισραήλ. Καὶ ἦν ᾿Ιωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ αὐτοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση:
Και ιδού ένας άνθρωπος ήταν στην Ιερουσαλήμ που είχε όνομα Συμεών, και ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος και ευλαβής και περίμενε την παρηγοριά του λαού Ισραήλ, και ήταν επάνω του Πνεύμα Άγιο. Και του ήταν φανερωμένο από το Πνεύμα το Άγιο ότι δε θα δει το θάνατο πριν δει τον Χριστό του Κυρίου. Και ήρθε με έμπνευση του Πνεύματος στο ναό. Και ενώ οι γονείς εισήγαγαν το παιδί, τον Ιησού, για να κάνουν αυτοί σύμφωνα με ό,τι στο νόμο είναι συνηθισμένο γι’ αυτό, τότε αυτός το δέχτηκε στην αγκαλιά του και ευλόγησε το Θεό και είπε: «Τώρα απολύεις το δούλο σου, Δεσπότη, κατά το λόγο σου με ειρήνη. Γιατί είδαν τα μάτια μου τη σωτηρία σου,που ετοίμασες απέναντι στο πρόσωπο όλων των λαών,φως για αποκάλυψη στα έθνη και δόξα του λαού σου Ισραήλ». Και ο πατέρας του και η μητέρα του θαύμαζαν για όσα λέγονταν γι’ αυτό.
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ
(Ἑβρ. ζ΄ 7-17)
Πρωτότυπο κείμενο:
Αδελφοί, χωρὶς πάσης ἀντιλογίας τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται. Καὶ ὧδε μὲν δεκάτας ἀποθνήσκοντες ἄνθρωποι λαμβάνουσιν, ἐκεῖ δὲ μαρτυρούμενος ὅτι ζῇ. Καὶ ὡς ἔπος εἰπεῖν, διὰ Ἀβραὰμ καὶ Λευῒ ὁ δεκάτας λαμβάνων δεδεκάτωται· ἔτι γὰρ ἐν τῇ ὀσφύϊ τοῦ πατρὸς ἦν ὅτε συνήντησεν αὐτῷ Μελχισεδέκ. Εἰ μὲν οὖν τελείωσις διὰ τῆς Λευϊτικῆς ἱερωσύνης ἦν· ὁ λαὸς γὰρ ἐπ' αὐτῇ νενομοθέτητο· τίς ἔτι χρεία κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ ἕτερον ἀνίστασθαι ἱερέα καὶ οὐ κατὰ τὴν τάξιν Ἀαρὼν λέγεσθαι; Μετατιθεμένης γὰρ τῆς ἱερωσύνης ἐξ ἀνάγκης καὶ νόμου μετάθεσις γίνεται. Ἐφ' ὃν γὰρ λέγεται ταῦτα, φυλῆς ἑτέρας μετέσχηκεν, ἀφ' ἧς οὐδεὶς προσέσχηκε τῷ θυσιαστηρίῳ. Πρόδηλον γὰρ ὅτι ἐξ Ἰούδα ἀνατέταλκεν ὁ Κύριος ἡμῶν, εἰς ἣν φυλὴν οὐδὲν περὶ ἱερωσύνης Μωϋσῆς ἐλάλησε. Καὶ περισσότερον ἔτι κατάδηλόν ἐστιν, εἰ κατὰ τὴν ὁμοιότητα Μελχισεδὲκ ἀνίσταται ἱερεὺς ἕτερος, ὃς οὐ κατὰ νόμον ἐντολῆς σαρκικῆς γέγονεν, ἀλλὰ κατὰ δύναμιν ζωῆς ἀκαταλύτου· μαρτυρεῖ γὰρ «Ὃτι σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ».
Απόδοσις στην νεοελληνική:
Αδελφοί, ἀναντίρρητα, αὐτός πού εὐλογεῖ εἶναι ἀνώτερος ἀπ’ αὐτόν πού εὐλογεῖται. Κι ἐνῶ οἱ λευίτες πού συγκεντρώνουν τή δεκάτη εἶναι κοινοί θνητοί, ὁ Μελχισεδέκ, ὃπως μαρτυροῦν οἱ Γραφές, ζεῖ. Θά μποροῦσε μάλιστα νά πεῖ κανείς πώς, δίνοντας ὁ Ἀβραάμ τό ἓνα δέκατο, ἒδωσε τή δεκάτη καί ὁ Λευί, αὐτός δηλαδή πού εἶχε πάρει τήν ἐντολή νά τήν εἰσπράττει. Δέν ἦταν βέβαια γεννημένος ἀκόμα, ἦταν ὃμως στό σῶμα τοῦ προπάτορά του Ἀβραάμ, ὃταν τόν τελευταῖο τόν συνάντησε ὁ Μελχισεδέκ. Ἂν ἡ λευιτική ἱερωσύνη ὁδηγοῦσε στήν τελειότητα-γιατί ἀπό τό νόμο αὐτή ἡ ἱερωσύνη δόθηκε στό λαό- ποια ἀνάγκη ὑπῆρχε νά ἐμφανιστεῖ νέο εἶδος ἱερωσύνης ὃπως ἐκείνη τοῦ Μελχισεδέκ. Δέν ἀρκοῦσε ἡ ἱερωσύνη ἀπό τή γενιά τοῦ Ἀαρών; Ὃταν ὃμως ἀλλάζει ὁ φορέας τῆς ἱερωσύνης, τότε ἀναγκαστικά ἀλλάζει καί ὁ νόμος. Καί ὁ Κύριός μας, γιά τόν ὁποῖο λέγονται τά παραπάνω, ἀνῆκε σέ ἂλλη φυλή, ἀπ’ τήν ὁποία κανείς δέν ὑπηρέτησε ὡς ἱερέας τό θυσιαστήριο. Ὃλοι ξέρουμε πώς γεννήθηκε ἀπ’ τή φυλή Ἰούδα, γιά τήν ὁποία ὁ Μωυσῆς δέν ἒκανε καθόλου λόγο γιά ἱερωσύνη. Αὐτό γίνεται ἀκόμη σαφέστερο· ἐμφανίζεται ἓνας ἂλλος ἱερέας, ὂμοιος μέ τόν Μελχισεδέκ, ὂχι σύμφωνα μέ τίς ἐπιταγές τοῦ ἀνθρώπινου νόμου, ἂλλά μέ τή δύναμη πού δίνει μιά δίχως τελειωμό ζωή. Ὃπως μαρτυρεῖ ἡ Γραφή, Ἐσύ εἶσαι ἱερέας γιά πάντα ὃπως ὁ Μελχισεδέκ.
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ
ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ
(Λουκ. β΄ 22-40)
Πρωτότυπο κείμενο:
Tῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀνήγαγον οἱ γονεῖς τό παιδίον Ἰησοῦν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου «ὅτι πᾶν ἄρσεν διανοῖγον μήτραν ἅγιον τῷ Κυρίῳ κληθήσεται», καὶ τοῦ δοῦναι θυσίαν κατὰ τὸ εἰρημένον ἐν τῷ νόμῳ Κυρίου, «ζεῦγος τρυγόνων ἢ δύο νεοσσοὺς περιστερῶν». Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν Ἰερουσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν ἅγιον ἐπ' αὐτόν· καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου. Καὶ ἦλθεν ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὸ ἱερόν· καὶ ἐν τῷ εἰσαγαγεῖν τοὺς γονεῖς τὸ παιδίον Ἰησοῦν τοῦ ποιῆσαι αὐτοὺς κατὰ τὸ εἰθισμένον τοῦ νόμου περὶ αὐτοῦ καὶ αὐτὸς ἐδέξατο αὐτὸν εἰς τὰς ἀγκάλας αὐτοῦ καὶ εὐλόγησε τὸν Θεὸν καὶ εἶπε· Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ, 30 ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν. φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ. Καὶ ἦν Ἰωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ αὐτοῦ. Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς Συμεὼν καὶ εἶπεν πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ· Ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον. Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ῥομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί. Καὶ ἦν Ἅννα προφῆτις, θυγάτηρ Φανουήλ, ἐκ φυλῆς Ἀσήρ· αὕτη προβεβηκυῖα ἐν ἡμέραις πολλαῖς, ζήσασα μετὰ ἀνδρὸς ἔτη ἑπτὰ ἀπὸ τῆς παρθενίας αὐτῆς, καὶ αὐτὴ χήρα ἕως ἐτῶν ὀγδοήκοντα τεσσάρων, ἣ οὐκ ἀφίστατο ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ νηστείαις καὶ δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα καὶ ἡμέραν· καὶ αὕτη αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἐπιστᾶσα ἀνθωμολογεῖτο τῷ Κυρίῳ καὶ ἐλάλει περὶ αὐτοῦ πᾶσι τοῖς προσδεχομένοις λύτρωσιν ἐν Ἱερουσαλήμ. Καὶ ὡς ἐτέλεσαν πάντα τὰ κατὰ τὸν νόμον Κυρίου, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἰς πόλιν ἑαυτῶν Ναζαρέτ. Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι πληρούμενον σοφίας, καὶ χάρις Θεοῦ ἦν ἐπ' αὐτό.
Απόδοσις στην νεοελληνική:
Εκεῖνο τόν καιρό, οἱ γονεῖς ἔφεραν τό παιδί, τόν Ἰησοῦ, στά Ἱεροσόλυμα, γιά νά τό ἀφιερώσουν στό Θεό. Σύμφωνα μέ τό νόμο τοῦ Κυρίου, ἄν τό πρῶτο παιδί πού φέρνει μία γυναίκα στόν κόσμο εἶναι ἀγόρι, πρέπει νά θεωρεῖται ἀφιερωμένο στόν Κύριο. Ἐπίσης θά πρόσφεραν θυσία ἕνα ζευγάρι τρυγόνια ἤ δύο μικρά περιστέρια, ὅπως λέει ὁ νόμος τοῦ Κυρίου. Στά Ἱεροσόλυμα βρισκόταν ἕνας ἄνθρωπος πού τόν ἔλεγαν Συμεών. Ἦταν πιστός καί εὐλαβής, περίμενε τή σωτηρία τοῦ Ἰσραήλ καί τόν καθοδηγοῦσε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Τοῦ εἶχε φανερώσει, λοιπόν, τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅτι δέ θά πεθάνει προτοῦ νά δεῖ τό Μεσσία. Τότε τό Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ ὑπέδειξε νά πάει στό ναό. Μόλις οἱ γονεῖς ἔφεραν ἐκεῖ τό παιδί, τόν Ἰησοῦ, γιά νά κάνουν γι΄ αὐτό τά ἔθιμα τοῦ νόμου, τόν πῆρε στήν ἀγκαλιά του, δόξασε τό Θεό καί εἶπε: «Τώρα, Κύριε, μπορεῖς ν΄ ἀφήσεις τό δοῦλο σου νά πεθάνει εἰρηνικά, ὅπως τοῦ ὑποσχέθηκες, γιατί τά μάτια μου εἶδαν τό σωτήρα ποῦ ἑτοίμασες γιά ὅλους τούς λαούς, φῶς πού θά φωτίσει τά ἔθνη καί θά δοξάσει τό λαό σου τόν Ἰσραήλ». Ὁ Ἰωσήφ καί ἡ μητέρα του θαύμαζαν γιά ὅσα λέγονταν γι΄ αὐτό. Ὁ Συμεών τούς εὐλόγησε καί εἶπε στή Μαριάμ, τή μητέρα τοῦ Ἰησοῦ: «Αὐτός θά γίνει αἰτία νά καταστραφοῦν ἤ νά σωθοῦν πολλοί Ἰσραηλίτες. Θά εἶναι σημεῖο ἀντιλεγόμενο, γιά νά φανερωθοῦν οἱ πραγματικές διαθέσεις πολλῶν. Ὅσο γιά σένα, ὁ πόνος γιά τό παιδί σου θά διαπεράσει τήν καρδιά σου σάν δίκοπο μαχαίρι». Στά Ἱεροσόλυμα ζοῦσε μία γυναίκα πού προφήτευε καί τήν ἔλεγαν Ἄννα: ἦταν θυγατέρα τοῦ Φανουήλ ἀπό τή φυλή Ἀσήρ. Αὐτή ἦταν πολύ ἡλικιωμένη. Ἔζησε ἑφτά χρόνια μέ τόν ἄντρα της μετά τό γάμο καί τώρα χήρα, ἡλικίας ὀγδόντα τεσσάρων χρονών, δέν ἔφευγε ἀπό τό ναό, ἀλλά λάτρευε τό Θεό νύχτα καί μέρα μέ νηστεῖες καί προσευχές. Αὐτή παρουσιάστηκε ἐκείνη τήν ὥρα καί δοξολογοῦσε τό Θεό καί μιλοῦσε γιά τό παιδί σέ ὅλους ὅσοι στήν Ἱερουσαλήμ περίμεναν τή λύτρωση. Ὅταν ἔκαναν ὅλα ὅσα πρόσταζε ὁ νόμος τοῦ Κυρίου, γύρισαν στή Γαλιλαία, στήν πόλη τους τή Ναζαρέτ. Στό μεταξύ τό παιδί μεγάλωνε καί τό πνεῦμα του δυνάμωνε· ἦταν γεμάτος σοφία, καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἦταν μαζί του.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου