«Χαίρε κυοφορούσα οδηγόν πλανωμένοις,
Χαίρε απογενώσα λυτρωτήν αιχμαλώτοις».
Ο Ακάθιστος ύμνος είναι ένα
τροπάριο δοξολογικό, ένας ύμνος, ένα ποίημα για την Παναγία Θεοτόκο και Παρθένο Μαρία, μητέρα του Θεού και όλων μας, ενώ αναφέρετε κυρίως σε δύο κορυφαία γεγονότα της ζωής και της ιστορίας του κόσμου μας.
Το πρώτο είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, μεγάλη εορτή την οποία πανηγυρικά εορτάσαμε στις εκκλησιές με δοξολογίες, αλλά και με στεφάνια στα μνημεία των ηρώων μας, με επιμνημόσυνες δεήσεις και με παρελάσεις, πριν από λίγες ημέρες, αφού συμπίπτει, και όχι τυχαία, με την παλιγγενεσία του έθνους μας, μιας πατρίδας που η ανάσα της Παναγίας ακουμπάει τα πρόσωπα των ανθρώπων της, που οι Έλληνες την αγαπούν σαν την Μάνα τους. Το δεύτερο, ως συνέπεια του πρώτου, είναι η σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού, δηλαδή η Γέννησις, η ζωή και η διδασκαλία, η πορεία προς την Σταύρωση και η Ανάστασις του Κυρίου μας, του Ιησού Χριστού.
Το πρώτο είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, μεγάλη εορτή την οποία πανηγυρικά εορτάσαμε στις εκκλησιές με δοξολογίες, αλλά και με στεφάνια στα μνημεία των ηρώων μας, με επιμνημόσυνες δεήσεις και με παρελάσεις, πριν από λίγες ημέρες, αφού συμπίπτει, και όχι τυχαία, με την παλιγγενεσία του έθνους μας, μιας πατρίδας που η ανάσα της Παναγίας ακουμπάει τα πρόσωπα των ανθρώπων της, που οι Έλληνες την αγαπούν σαν την Μάνα τους. Το δεύτερο, ως συνέπεια του πρώτου, είναι η σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού, δηλαδή η Γέννησις, η ζωή και η διδασκαλία, η πορεία προς την Σταύρωση και η Ανάστασις του Κυρίου μας, του Ιησού Χριστού.
Αυτά τα δύο γεγονότα, που ουσιαστικά είναι η ιστορία της σωτηρίας του ανθρώπου, μέσα στα πλαίσια της Μεγάλης και Αγίας Τεσσαρακοστής, η Εκκλησία μας τα θυμίζει κάθε Παρασκευή σε όλους μας ανεξαιρέτως μέσα από τον ζεστό και ειλικρινή Χαιρετισμό του απευθύνουμε στην Θεοτόκο, ελάχιστο φόρο τιμής για την προστασία και την αγάπη της για όλον τον κόσμο, μα ιδιαιτέρως στο ελληνικό γένος.
Στην Γ’ Στάση των Χαιρετισμών, οι οποίοι θα ακουστούν από τους ιερείς όλης της Ορθοδοξίας για φέτος σήμερα, την Παρασκευή της 1ης Απριλίου του έτους 2016, μια όμορφη Ακολουθία που δεν έπαψε και δεν θα σταματήσει ποτέ να ακούγεται, τουλάχιστον στην δική μας ευλογημένη χώρα που λατρεύει την Μάνα της την Παναγιά, αναφέρονται οι συνέπειες για εμάς τους ανθρώπους, που είχε ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και η ενανθρώπηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και γι’ αυτά τα δύο γεγονότα απευθύνουμε όλα αυτά τα «χαίρε» στην Υπεραγία Θεοτόκο.
Τα «χαίρε», που όλοι μας συγοψάλουμε κάθε Παρασκευή μαζί με τον ιερέα, είναι ένας τρόπος για να δοξάσουμε την Παναγία μας, και εγώ, ταπεινός υπηρέτης του "πατρικού της σπιτιού" μια και η εκκλησιά που τώρα χτίζουμε στους Ανθόκηπους της Νέας Ευκαρπίας για να στεγάσουμε τα όνειρα και την πίστη μας είναι αφιερωμένη στους Θεοπάτορες γονείς της, τον Ιωακείμ και την Άννα, σε αυτό το σημείο της ανάρτησης της ιστοσελίδας της Ενορίας μας, θα’θελα να μείνω σ’ένα και μόνο λόγο, σ΄έναν και μόνο στίχο του φωτισμένου συγγραφέως του ποιήματος των Χαιρετισμών της Παναγιάς, όποιος και αν είναι αυτός, που μας λέει εύστοχα και με περισσή ομορφιά:
Τα «χαίρε», που όλοι μας συγοψάλουμε κάθε Παρασκευή μαζί με τον ιερέα, είναι ένας τρόπος για να δοξάσουμε την Παναγία μας, και εγώ, ταπεινός υπηρέτης του "πατρικού της σπιτιού" μια και η εκκλησιά που τώρα χτίζουμε στους Ανθόκηπους της Νέας Ευκαρπίας για να στεγάσουμε τα όνειρα και την πίστη μας είναι αφιερωμένη στους Θεοπάτορες γονείς της, τον Ιωακείμ και την Άννα, σε αυτό το σημείο της ανάρτησης της ιστοσελίδας της Ενορίας μας, θα’θελα να μείνω σ’ένα και μόνο λόγο, σ΄έναν και μόνο στίχο του φωτισμένου συγγραφέως του ποιήματος των Χαιρετισμών της Παναγιάς, όποιος και αν είναι αυτός, που μας λέει εύστοχα και με περισσή ομορφιά:
«Χαίρε κυοφορούσα οδηγόν πλανωμένοις,
Χαίρε απογενώσα λυτρωτήν αιχμαλώτοις».
"Χαίρε εσύ, που κυοφόρησες και
Χαίρε εσύ, που γέννησες Αυτόν, που θα ελευθερώσει τους αιχμαλώτους. Σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, αναγνώστες και φίλοι, διαδικτυακοί και μη, είμαστε και τα δύο από αυτά που γράφει ο συγγραφέας ποιητής, πιθανότατα ο Ρωμανός ο Μελωδός, ίσως πάλι και όχι, δεν έχει σημασία. Είμαστε και πλανεμένοι και αιχμάλωτοι. Πλανηθήκαμε, γιατί στηριχθήκαμε στη δική μας σοφία. Τουλάχιστον οι ρήτορες των Αθηναίων έμειναν έκπληκτοι. Εμείς πιστέψαμε ότι, ακόμα και από τους ρήτορες είμαστε πιο έξυπνοι και θελήσαμε να προσπεράσουμε το γεγονός. Το γεγονός της αγάπης του Θεού. Τι καταφέραμε; Μπερδευτήκαμε, πλανηθήκαμε στη ζωή μας, πήραμε λάθος δρόμους και φτάσαμε σε αδιέξοδα. Στα αδιέξοδα, που ζούμε και σήμερα. Στα αδιέξοδα, που ζουν οι άνθρωποι όλων των εποχών όταν, αντί να εμπιστευθούν το λόγο και την αλήθεια του Χριστού, επιμένουν στο δικό τους θέλημα και έτσι έχουμε ότι μας συμβαίνει στον κόσμο και παλιότερα και τώρα. Απλά, τώρα επιβεβαιωθήκαμε, ότι χρεωκοπήσαμε και ότι αποτύχαμε παντελώς. Όχι, γιατί δεν ξέραμε καλά τα οικονομικά, αλλά γιατί προβάλλαμε μπροστά τον εγωισμό μας και εκεί τσακιστήκαμε.
Αποδειχθήκαμε πόσο ανόητοι είμαστε. Πόσο αστοιχείωτοι είμαστε, αφού δεν καταφέραμε να κερδίσουμε τη ζωή που θέλουμε. Αφού συνεχίζουμε να μην καταφέρνουμε να κρατάμε ένα σπίτι γεμάτο αγάπη και χάρη. Αφού δεν καταφέρνουμε να χαρίσουμε ένα χαμόγελο στα ίδια μας τα παιδιά. Περπατάμε καλά, λοιπόν; Είμαστε άνθρωποι στο σωστό δρόμο; Είμαστε άνθρωποι που ξέρουμε τι θέλουμε ή που απεδείχθη ότι δεν ξέρουμε τι θέλουμε και τι ζητάμε; Και πού μας οδήγησε αυτή η πλάνη; Όπου οδηγούν όλες οι πλάνες της σύγχρονης κατά τα άλλα κοινωνίας που νομίζουμε ότι ζούμε. Στη αιχμαλωσία. Και η αιχμαλωσία των σωμάτων μας αποδεδειγμένα είναι πιο υποφερτή από την αιχμαλωσία των ψυχών μας.
Στα πεντακόσια χρόνια της σκλαβιάς μας στους βάρβαρους Τούρκους κατακτητές, αλλά και στον πόλεμο του ΄40 κάτω από την μπότα των Γερμανών επιχειρήθηκε, και τα κατάφεραν και στις δύο περιπτώσεις, να μας αιχμαλωτίσουν το σώμα. Το κάνανε, ζήσαμε την απόλυτη φτώχεια, την πείνα, την απαξίωση, τον εξευτελισμό, τον θάνατο. Όμως δεν κατάφεραν να αιχμαλωτίσουν, να υποτάξουν την ψυχή μας, την ψυχή του Έλληνα. Γι’ αυτό, έχοντας την ψυχή μας ελεύθερη, διεκδικήσαμε και τελικά κερδίσαμε και τη σωματική μας ελευθερία.
Στα πεντακόσια χρόνια της σκλαβιάς μας στους βάρβαρους Τούρκους κατακτητές, αλλά και στον πόλεμο του ΄40 κάτω από την μπότα των Γερμανών επιχειρήθηκε, και τα κατάφεραν και στις δύο περιπτώσεις, να μας αιχμαλωτίσουν το σώμα. Το κάνανε, ζήσαμε την απόλυτη φτώχεια, την πείνα, την απαξίωση, τον εξευτελισμό, τον θάνατο. Όμως δεν κατάφεραν να αιχμαλωτίσουν, να υποτάξουν την ψυχή μας, την ψυχή του Έλληνα. Γι’ αυτό, έχοντας την ψυχή μας ελεύθερη, διεκδικήσαμε και τελικά κερδίσαμε και τη σωματική μας ελευθερία.
Σήμερα, και αυτή είναι η μεγάλη διαφορά από τις άλλες περιόδους κατοχής της χώρας μας, ζούμε την παντοειδή αιχμαλωσία μας. Σήμερα είμαστε, είτε αρέσει σε μερικούς είτε όχι, ένα κράτος υπό διαρκή περιορισμό, παντελή επιτήρηση, εσωτερικό και εξωτερικό έλεγχο. Ας μην βαυκαλιζόμαστε...είμαστε υπό κατοχή, είμαστε αιχμάλωτοι. Ένα κράτος, που έχει υποθηκευτεί το σπίτι και η ζωή του καθενός μας, ίσως και των παιδιών μας, η περιουσία του τόπου μας. Μη ξαφνιαστούμε, όταν ξυπνώντας από τον λήθαργο μας κάποια στιγμή, από όλον αυτόν τον κουρνιαχτό που προκαλούν φίλοι και εχθροί μας, αντιληφθούμε πως τίποτα δεν μας ανήκει πια, πως ακόμα και η ζωή και το μέλλον μας και το μέλλον των παιδιών μας είναι υποθηκευμένα. Πως τα καταφέραμε; Είναι απλό, οι άρχοντες των λαών όλης της υφηλίου, οι δαιμόνιοι κυβερνήτες των πάντων γνωρίζουν πολύ καλά τον τρόπο και στοχεύουν κατευθείαν στην ψυχή μας. Αιχμαλωτιστήκαμε οικειοθελώς στην ψυχή μας με όλα αυτά τα επίγεια αγαθά που μας πρόσφεραν οι "φίλοι " μας. Αλλά ποια είναι η αιχμαλωσία της ψυχής μας; Η αιχμαλωσία που γέννησαν τα πάθη. Και δουλεύοντας στα πάθη μας ξεπουληθήκαμε και στην ψυχή και στο σώμα μας. Γι’ αυτό γίναμε και ανίκανοι να χαρίσουμε ένα χαμόγελο στα παιδιά μας, που τόσο έχουν ανάγκη και για αυτό η Ενορία μας έχει σε πρώτη προτεραιότητα την νεότητα της, τα παιδιά της, τους μαθητές της.
Αλλά τώρα κινδυνεύουμε να φτάσουμε σε ρυθμούς στέρησης και πείνας, που δεν δια νοηθήκαμε ποτέ ότι θα φτάσουμε. Πιστέψαμε ότι, αυτά ήταν για τους πατεράδες μας και τώρα τα ζούμε εμείς. Και καλά...σε εκείνους τα έφεραν οι ξένοι. Εμείς παραδοθήκαμε και ξεπουληθήκαμε από μόνοι μας. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Τι μας μένει; Η επιστροφή. Η επιστροφή στην αγάπη και στη χάρη της Παναγιάς και του Χριστού. Όπως το κάναμε σε άλλες δύσκολες ώρες, έτσι και τώρα να ζητήσουμε μετάνοια. Να κάνουμε αυτό που θα ακούσουμε στο ποίημα που θα ψάλλουμε το βράδυ προς την Παναγιάς μας. Να «ξενωθώμεν». Να γίνουμε ξένοι στην νοοτροπία αυτού του κόσμου και να αποκτήσουμε νουν Χριστού και φρόνημα Χριστού. Και τότε θα ξαναβρούμε τον εαυτό μας, θα ξαναβρούμε τα σπίτια μας, την ζωή μας. Και τότε θα είμαστε ικανοί και δυνατοί, ενώ τώρα δεν είμαστε, να πετάξουμε έξω από τον τόπο μας, αυτούς που μας κατέκτησαν ψυχή τε και σώματι.
Αλλά αυτή η αλλαγή προϋποθέτει την δική μας εσωτερική αλλαγή. Όταν, με αυτή την νέα τάξη πραγμάτων που μας επέβαλαν, καταφέραμε και δημιουργήσαμε μέσω των παιδιών μας μια ολόκληρη γενιά από στρατιώτες που με μεγάλη ευκολία και χωρίς δεύτερη σκέψη υποκύπτουν στις σειρήνες της πονηρής εποχής που ζούμε, ενώ το μόνο που αναζητούν είναι η καλοπέραση και ο ωχαδερφισμός, αυτό σημαίνει πως εμείς πουλήσαμε τις ψυχές τους. Εάν λοιπόν, δεν αποκτήσουμε ένα φρόνημα οντολογικής ελευθερίας, αυτό που μας χαρίζει η αγάπη του Θεού, τότε ουσιαστικά δεν έχουμε μέλλον, και ας μη μας...ας μου επιτραπεί η έκφραση...παραμυθιάζει κανένας.
Γι’ αυτό λοιπόν, ζώντας μέσα στην Εκκλησία και στα Μυστήρια της μπορούμε να δούμε την αλήθεια. Μπορούμε να ξαναβρούμε τον εαυτό μας. Γιατί αν πραγματικά μελετήσουμε τη ζωή της, θα δούμε ότι αυτά που θέλουμε σήμερα για να ζήσουμε ευπρεπώς, είναι ακριβώς αυτά που υπάρχουν στην Παράδοση της Ορθοδόξου πίστεώς μας, αυτά που δίδαξε ο ιδρυτής της Εκκλησίας μας, ο Χριστός, αυτά που κήρυξαν στην συνέχεια οι Απόστολοι Του, αυτά που έγραψαν οι Μεγάλοι και θεοφόροι Πατέρες μας και στην συνέχεια έκαναν πράξη οι άπειροι Άγιοι μας.
Αγαπητοί μου φίλοι και αναγνώστες μας, δεν είναι άλλο πράγμα η ζωή μας, η καθημερινότητά μας, το σπίτι μας, οι δουλειές μας, οι φίλοι μας και άλλο πράγμα η Εκκλησία και η Ενορία της γειτονιάς μας. Η ζώσα Εκκλησία είναι η σωσμένη ζωή μας, μια ζωή όπως ακριβώς την ονειρευτήκαμε. Και γι’ αυτό κάθε Αναστάσιμη Κυριακή, κάθε Παρασκευή τώρα την Αγία Τεσσαρακοστή, κάθε μέρα αν το επιζητούμε και το έχουμε ανάγκη, χτυπά
γλυκά η καμπάνα, μας καλεί και μας προσκαλεί στον ναό της γειτονιάς μας και εμείς εισερχόμαστε με ευλάβεια και κατάνυξη σ’ αυτήν. Όχι, για να ‘χουμε ένα ψυχολογικό άλλοθι, αλλά για να βρούμε τον πραγματικό μας εαυτό, και να χαρούμε και να ζήσουμε όμορφα και ευλογημένα.
γλυκά η καμπάνα, μας καλεί και μας προσκαλεί στον ναό της γειτονιάς μας και εμείς εισερχόμαστε με ευλάβεια και κατάνυξη σ’ αυτήν. Όχι, για να ‘χουμε ένα ψυχολογικό άλλοθι, αλλά για να βρούμε τον πραγματικό μας εαυτό, και να χαρούμε και να ζήσουμε όμορφα και ευλογημένα.
Να παρακαλέσουμε λοιπόν, σήμερα, τώρα, εδώ στην εκκλησιά μας την Παναγία, την αγαπημένη και μονάκριβη κόρη των γονιών της και προστατών των ζευγαριών που δυσκολεύονται να τεκνοποιήσουν, φύλακες των παιδιών μας και υποστηρικτών της οικογενείας, προστατών της γειτονιάς των Ανθοκήπων της Νέας
Ευκαρπίας, της ευλογημένης Ενορίας μας, των Αγίων και Δικαίων Θεοπατόρων,
Ευκαρπίας, της ευλογημένης Ενορίας μας, των Αγίων και Δικαίων Θεοπατόρων,
του Αγίου Ιωακείμ και της Αγίας Άννας και γονατιστοί να της προσφέρουμε το λουλούδι που της χρωστάμε όλοι μας και να το ακουμπήσουμε στην εικόνα της, λαμπάδα από μελισσοκέρι να ανάψουμε και στο δωδεκακέρι της εκκλησιάς των γονιών της να εναποθέσουμε για να μας φωτίσει όλους μας, αλλά και τον τόπο μας ολόκληρο, και τον κόσμο επίσης, για να βρούμε τις αλήθειες που ξέραμε από τους γονιούς μας και τώρα
τις ξεχάσαμε, να βρούμε το θάρρος που μας χάρισαν οι ηρωϊκοί πρόγονοι μας και τώρα μας κλέβουν αυτοί που εμπιστευθήκαμε και χωρίς αυτό το θάρρος πια, τα ήθη, τα έθιμα, την ελληνική παράδοση, τα ιερά σύμβολα μας, την σημαία και τον Σταυρό μας φοβηθήκαμε και δειλιάσαμε, να βρούμε την πίστη για την οποία μας χλεύασαν οι άπιστοι που εμείς ευγενικά φιλοξενούμε σήμερα στην χώρα μας, γνωρίζοντας από παλιά την άδικη προσφυγιά και τον διωγμό από τις εστίες μας, να βρούμε τον πλούτο που μας άρπαξαν οι άκαρδοι "τραπεζίτες" της γης αυτής, αλλά και οι άλλοι που τους αφήνουμε μέσα στα κοινοβούλια που εμείς χτίσαμε για να υπερασπίσουμε την δημοκρατία μας, μετά από τόσα και τόσα που μας έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν αφού τους το επιτρέπουμε ακόμα, να παζαρεύουν ακόμα και τον πλούτο της ψυχής μας.
τις ξεχάσαμε, να βρούμε το θάρρος που μας χάρισαν οι ηρωϊκοί πρόγονοι μας και τώρα μας κλέβουν αυτοί που εμπιστευθήκαμε και χωρίς αυτό το θάρρος πια, τα ήθη, τα έθιμα, την ελληνική παράδοση, τα ιερά σύμβολα μας, την σημαία και τον Σταυρό μας φοβηθήκαμε και δειλιάσαμε, να βρούμε την πίστη για την οποία μας χλεύασαν οι άπιστοι που εμείς ευγενικά φιλοξενούμε σήμερα στην χώρα μας, γνωρίζοντας από παλιά την άδικη προσφυγιά και τον διωγμό από τις εστίες μας, να βρούμε τον πλούτο που μας άρπαξαν οι άκαρδοι "τραπεζίτες" της γης αυτής, αλλά και οι άλλοι που τους αφήνουμε μέσα στα κοινοβούλια που εμείς χτίσαμε για να υπερασπίσουμε την δημοκρατία μας, μετά από τόσα και τόσα που μας έκαναν και συνεχίζουν να κάνουν αφού τους το επιτρέπουμε ακόμα, να παζαρεύουν ακόμα και τον πλούτο της ψυχής μας.
Ε! λοιπόν αυτός είναι ο λόγος που τελικά πτωχεύσαμε... γι’ αυτό φτωχύναμε.
Καλή Ανάσταση!!!
Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Τελίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου