Περιστατικά σάν τήν ἀποστολή τῶν δώδεκα μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, πού θα ἀκούσουμε στήν αυριανή εὐαγγελική περικοπή, ποιά σημασία μποροῦν νά ἔχουν στόν καιρό μας; Τό πολύ-πολύ νά τά μνημονεύουμε σάν γεγονότα πού συνέβησαν κάποτε, ν’ ἀποτελοῦν δηλαδή γιά μᾶς ἁπλή ἱστορική γνώση. Μία ἁπλή ἱστορία, χωρίς βαθύτερη σημασία. Κι ὅμως καμιά διήγηση, κανένα γεγονός, κανένας λόγος τοῦ Εὐαγγελίου δέν εἶναι χωρίς ἰδιαίτερη σημασία.
Ἡ ἀποστολή τῶν δώδεκα μαθητῶν φαίνεται νά εἶναι διπλή, σύμφωνα μέ τή διήγηση τοῦ εὐαγγελιστῆ Ματθαίου. Από την μια να είναι τό κήρυγμα καί από την άλλη να είναι ἡ φιλανθρωπία.
«Ὅπου πᾶτε, νά κηρύττετε λέγοντας πώς ἔφτασε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Νά θεραπεύετε τούς ἀρρώστους, νά γιατρεύετε τούς λεπρούς, νά ἀνασταίνετε τούς νεκρούς, νά κάνετε καλά τους δαιμονισμένους» (Μτθ. ι΄ 7-8).
Μέ αὐτά τά λόγια ὁ Ἰησοῦς περιγράφει καί τή δική του ἀποστολή, πράγμα πού σημαίνει ὅτι οἱ μαθητές συμμετέχουν στή δράση τοῦ Ἰησοῦ, στή διδαχή καί τή φιλανθρωπία του, τήν ἀγάπη του δηλαδή γιά τόν ἄνθρωπο. Περιγράφει, ὅμως, καί τό ἔργο καί τή θέση τοῦ καθενός μας μέσα στήν Ἐκκλησία. Τό καθένα, βέβαια, ἀπό αὐτά τά δύο, τό κήρυγμα καί ἡ φιλανθρωπία, ἔχει ξεκαθαρισμένο δικό του περιεχόμενο.
Ἄς δοῦμε πρῶτα τό κήρυγμα: Τί εἶναι τό θεῖο κήρυγμα; Πρέπει νά ξέρουμε, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ὅτι κάθε κήρυγμα δέν εἶναι τό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας. Τό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι αὐτό ἀκριβῶς πού εἶπε ὁ Ἰησοῦς στούς δώδεκα μαθητές του, ὅταν τούς ὅρισε τή διακονία τους: «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Ὄχι γνώση καί σοφία τοῦ κόσμου˙ οὔτε λόγος καί τέχνη ἀνθρώπινη˙ οὔτε κοινωνιολογία ἤ πολιτική ἤ καθηκοντολογία ἤ ἱστορίες κι ἀνέκδοτα ἀπό τή ζωή. Τό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τή φιλανθρωπία. Κάθε δράση δέν εἶναι ἡ δράση τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ δράση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ φιλανθρωπία. Ὄχι κοινωνική πρόνοια οὔτε ἄλλη κοινωνική δραστηριότητα, ἀλλά φιλανθρωπία˙ δηλαδή ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο. Γιατί ἡ κοινωνική πρόνοια καί δραστηριότητα, πού εἶναι τόσο ἔντονες στόν τόπο μας τελευταία ἐξαιτίας τῆς λεγόμενης οἰκονομικῆς κρίσης, δέν εἶναι φιλανθρωπία, δέν εἶναι ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο.
Ἡ κρίση πού διερχόμαστε δέν εἶναι οἰκονομική, ἀλλά κοινωνική, ἠθική. Καί εἶναι εὐκαιρία νά ἀσκήσουμε τή φιλανθρωπία. Δηλαδή, νά μήν κατακρίνουμε τούς ἀδελφούς, νά μήν ἐπικεντρωνόμαστε στά λάθη τους˙ νά φροντίζουμε νά μήν τούς στενοχωροῦμε, ἀλλά νά τούς ἐνθαρρύνουμε˙νά μήν κρίνουμε κανέναν, νά δικαιολογοῦμε τούς πάντες, νά ἔχουμε καλό λογισμό˙
νά μπαίνουμε στή θέση τους, νά δείχνουμε κατανόηση στά λάθη τους, νά μήν ἀσχολούμαστε μέ τή ζωή τους˙ νά εἴμαστε πάντοτε διακριτικά δίπλα τους, καί στή χαρά καί στόν πόνο τους.
Ὁ Θεός, ἀγαπητοί αναγνώστες και αγαπημένοι φίλοι, μᾶς καλεῖ ὅλους καί μᾶς ἐπιφορτίζει μέ μία ἀποστολή, μέ μία διακονία. Στίς μέρες μας, βέβαια, οἱ ἄνθρωποι μοιάζουν σάν θωρακισμένοι. Δέν τούς διαπερνᾶ τίποτα, δέ μπορεί να φτάσει στήν καρδιά τους ἡ κλήση καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πέφτει πάνω τους κι εἶναι σά νά ἐξοστρακίζεται, σά νά διώχνεται. Κι αὐτό γιατί μάθαμε νά ζητοῦμε ἀνταλλάγματα γιά ὅλα. Οἱ ἀπόστολοι, ὅμως, δέ ζήτησαν τίποτα ἀπολύτως. Ἁπλά ἔδειξαν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Και πιο ήταν και είναι αυτό στις μέρες μας για τους διαδόχους των Αποστόλων, τους αρχιερείς, τους ιερείς και τους διακόνους της Εκκλησίας μας, αλλά και τον περιούσιο λαό Του. Νά κηρύττουν τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ν’ ἀγαποῦν τούς ἀνθρώπους.
Μακάρι κι ἐμεῖς ν’ ἀκούσουμε σήμερα τήν κλήση πού μᾶς ἀπευθύνει ὁ Θεός καί ν’ ἀναλάβουμε μέ ὑπακοή τή διακονία πού μᾶς ἀναθέτει, γιά τήν προκοπή μας καί γιά τή σωτηρία μας. Διαφορετικά, αν δεν κάνουμε πράξη όλα όσα μας προτρέπει ο Χριστός, στο σημερινό Ευαγγέλιο Του, αυτό της εορτής των 12 Αποστόλων, το οποίο απαράλλακτο θα ακουστεί από το στόμα των ιερέων μας ανά την υφήλιο, όπου χτυπά Ορθόδοξη καρδιά, τότε θα εκπλαγούμε εκείνη την ημέρα της μεγάλης Κρίσεως, όταν θα φωνάζουμε "...κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν." Κύριε, άνοιξέ μας, κι εκείνος απαντήσει "...ἀμήν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς." Αλήθεια, δεν σας γνωρίζω” (Ματθ. 25, 12)..
Ἀδελφοί, οἱ πατέρες ἡμῶν, διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς.
Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.
Τοιγάρουν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι' ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν, ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν.
* Ἀπόδοση στη νεοελληνική:
Ἀδελφοί, οἱ πατέρες μας, μὲ τὴν πίστιν ἀνέτρεψαν βασίλεια, ἔκαναν ἔργα δικαιοσύνης, ἐπέτυχαν τὴν πραγματοποίησιν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβησαν τὴν δύναμιν φωτιᾶς, διέφυγαν τὴν σφαγήν, ἔγιναν ἀπὸ ἀδύνατοι δυνατοί, ἔγιναν ἰσχυροὶ σὲ καιρὸν πολέμου, ἔτρεψαν εἰς φυγὴν παρατάξεις τῶν ἐχθρῶν. Γυναῖκες ἔλαβαν τοὺς νεκρούς των δι’ ἀναστάσεως, ἄλλοι δὲ ἐβασανίσθησαν καὶ δὲν ἐδέχθησαν νὰ ἀφεθοῦν ἐλεύθεροι, διὰ νὰ ἐπιτύχουν μίαν ἄλλην καλυτέραν ἀνάστασιν. Ἄλλοι ἐδοκιμάσθησαν μὲ ἐμπαιγμοὺς καὶ μαστίγωσιν, ἀκόμη δὲ καὶ μὲ δεσμὰ καὶ φυλακήν. Ἐλιθοβολήθησαν, ἐπριονίσθησαν, ὑπέστησαν πολλὰς δοκιμασίας, ἐθανατώθησαν μὲ μάχαιραν, περιπλανῶντο φοροῦντες δέρματα προβάτων καὶ δέρματα αἰγῶν, ἐστεροῦντο, ὑπέφεραν θλίψεις καὶ κακουχίας, (ἄνθρωποι διὰ τοὺς ὁποίους δὲν ἦτο ἄξιος ὁ κόσμος), ἐπλανῶντο σὲ ἐρήμους καὶ σὲ βουνὰ, σὲ σπήλαια καὶ σὲ τρύπες τῆς γῆς.Ὅλοι αὐτοί, ἂν καὶ εἶχαν καλὴν μαρτυρίαν διὰ τὴν πίστιν τους, δὲν ἔλαβαν ὅ,τι εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ Θεός, διότι εἶχε ὁ Θεὸς προβλέψει κάτι καλύτερον ἀναφορικῶς μ’ ἐμᾶς διὰ νὰ μὴ φθάσουν ἐκεῖνοι εἰς τὴν τελειότητα χωρὶς ἐμᾶς.
Ἑπομένως, ἀφοῦ ἔχομεν γύρω μας ἕνα τόσον μεγάλο σύννεφο ἀπὸ μάρτυρας, ἂς ἀποτινάξωμεν κάθε βάρος καὶ τὴν ἁμαρτίαν, ἡ ὁποία εὔκολα μᾶς ἐμπλέκει, καὶ ἂς τρέχωμεν μὲ ὑπομονὴν τὸ ἀγώνισμα τοῦ δρόμου ποὺ εἶναι ἐμπρός μας, μὲ τοὺς ὀφθαλμούς μας προσηλωμένους πρὸς τὸν ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν τῆς πίστεώς μας, τὸν Ἰησοῦν, ὁ ὁποῖος, χάριν τῆς χαρᾶς ποὺ τὸν ἀνέμενε, ὑπέμεινε σταυρόν, περιφρονήσας τὴν αἰσχύνην, καὶ κάθησε εἰς τὰ δεξιὰ τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ.
της Κυριακής 30ης Ιουνίου 2024...
...εορτής των 12 Αποστόλων.
(Μτθ. θ´ 36, ι´ 1-8)
Καὶ προσκαλεσάμενος τοὺς δώδεκα μαθητὰς αὐτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν πνευμάτων ἀκαθάρτων ὥστε ἐκβάλλειν αὐτὰ καὶ θεραπεύειν πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν. Τῶν δὲ δώδεκα ἀποστόλων τὰ ὀνόματά εἰσι ταῦτα· πρῶτος Σίμων ὁ λεγόμενος Πέτρος καὶ ᾿Ανδρέας ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, ᾿Ιάκωβος ὁ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ ᾿Ιωάννης ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, Φίλιππος καὶ Βαρθολομαῖος, Θωμᾶς καὶ Ματθαῖος ὁ τελώνης, ᾿Ιάκωβος ὁ τοῦ ᾿Αλφαίου καὶ Λεββαῖος ὁ ἐπικληθεὶς Θαδδαῖος, Σίμων ὁ Κανανίτης καὶ ᾿Ιούδας ὁ ᾿Ισκαριώτης ὁ καὶ παραδοὺς αὐτόν. Τούτους τοὺς δώδεκα ἀπέστειλεν ὁ ᾿Ιησοῦς παραγγείλας αὐτοῖς λέγων· Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε καὶ εἰς πόλιν Σαμαρειτῶν μὴ εἰσέλθητε· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾿Ισραήλ. Πορευόμενοι δὲ κηρύσσετε λέγοντες ὅτι ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. ᾿Ασθενοῦντας θεραπεύετε, λεπροὺς καθαρίζετε, νεκροὺς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε· δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε.
Κάλεσε τότε τοὺς δώδεκα μαθητές του καὶ τοὺς ἔδωσε τὴν ἐξουσία πάνω στὰ δαιμονικὰ πνεύματα, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ τὰ διώχνουν, καὶ νὰ μποροῦν νὰ θεραπεύουν κάθε ἀσθένεια καὶ κάθε ἀδυναμία. Τὰ ὀνόματα τῶν δώδεκα ἀποστόλων τοῦ ᾿Ιησοῦ εἶναι τὰ ἑξῆς· Πρῶτος ὁ Σίμων, ποὺ λέγεται Πέτρος, κι ὁ ἀδελφός του ὁ ᾿Ανδρέας· ὁ ᾿Ιάκωβος, γιὸς τοῦ Ζεβεδαίου, κι ὁ ἀδελφός του ὁ ᾿Ιωάννης· ὁ Φίλιππος κι ὁ Βαρθολομαῖος, ὁ Θωμᾶς κι ὁ Ματθαῖος ὁ τελώνης, ὁ ᾿Ιάκωβος, γιὸς τοῦ ᾿Αλφαίου, καὶ ὁ Λεββαῖος, ποὺ ἐπονομάστηκε Θαδδαῖος· ὁ Σίμων ὁ Κανανίτης κι ὁ ᾿Ιούδας ὁ ᾿Ισκαριώτης, αὐτὸς ποὺ τὸν πρόδωσε. Αὐτοὺς τοὺς δώδεκα τοὺς ἔστειλε ὁ ᾿Ιησοῦς νὰ κηρύξουν, καὶ τοὺς ἔδωσε τὶς ἑξῆς παραγγελίες· «Μὴν πάρετε τὸν δρόμο γιὰ τὴν περιοχὴ ποὺ κατοικοῦν εἰδωλολάτρες καὶ μὴν μπεῖτε σὲ πόλη Σαμαρειτῶν. Προτιμῆστε νὰ πᾶτε στοὺς ᾿Ισραηλίτες ποὺ ἔχουν πλανηθεῖ. ῞Οπου πᾶτε, νὰ κηρύττετε λέγοντας πὼς ἔφτασε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Νὰ θεραπεύετε τοὺς ἀρρώστους, νὰ ἀνασταίνετε τοὺς νεκρούς, νὰ γιατρεύετε τοὺς λεπρούς, νὰ κάνετε καλὰ τοὺς δαιμονισμένους. Δωρεὰν τὰ λάβατε, δωρεὰν καὶ νὰ τὰ δίνετε».
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου