Η ΑΓΙΑ ΕΛΕΝΗ Η ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΣ ΕΚ ΣΙΝΩΠΗΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ (1/11)...& καλόν μήνα !!!

Η Αγία που θεραπεύει τους πονοκεφάλους!!!

Καρπός και βλάστημα του ελληνικού και αγιοτόκου Πόντου υπήρξε η Αγία παρθενομάρτυς Ελένη η νέα, που έζησε την εποχή της τούρκικης σκλαβιάς στην όμορφη παραλιακή πόλη του Ευξείνου Πόντου, της Σινώπης.

Η παρθενομάρτυς του Χριστού Αγία Ελένη ήταν κόρη της ευσεβούς οικογενείας Μπεκιάρη και έζησε τον 18ο αιώνα στην αρχαιότερη πόλη του Πόντου, την ωραία Σινώπη. Οι γονείς της ανέθρεψαν αυτήν εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου και εφύτευσαν μέσα στην καθαρή καρδιά της την θερμή αγάπη προς τον Ιησού Χριστό.

Στην ανατροφή της επέδρασε ιδιαίτερα ο θείος της, αδελφός του πατέρα της, ο οποίος εδίδασκε τότε σε Ελληνικό κρυφό Σχολείο της Σινώπης.

Η Ελένη ήταν ωραιότατη στο σώμα, η δε αγνότητά της προσέδιδε ιδιαίτερη χάρη στο πρόσωπό της, το οποίο έλαμπε από την Χάρι του Αγίου Πνεύματος. Διακρινόταν για την υπακοή στους γονείς της και τον θερμό έρωτα της ψυχής της προς τον Νυμφίο Χριστό και Σωτήρα μας.

Ήταν 15 ετών, όταν μία μέρα η μητέρα της την έστειλε να αγοράσει νήματα για το κέντημα από το κατάστημα του Κρυωνά. Στον δρόμο υπήρχε το σπίτι του Ουκούζογλου Πασά, Διοικητού της Σινώπης, ο οποίος είδε την Ελένη από το παράθυρο. Η ωραιότητά της προσείλκυσε την ακόλαστη ψυχή του και σκέφθηκε να την μολύνει. Ο Πασάς διέταξε και την έφεραν μπροστά του. Αφού έμαθε ποια ήταν, προσπάθησε δύο και τρεις φορές να την μιάνει, αλλά μία αόρατη δύναμη τον απομάκρυνε! Ένα αόρατο τείχος προστάτευε την κόρη. Ήταν το τείχος της προσευχής. Η Ελένη καθ’ όλη την διάρκεια εκείνης της δοκιμασίας προσευχόταν νοερά, λέγοντας συνεχώς τον Εξάψαλμο. Ο Αγαρηνός δεν απελπίστηκε...Διέταξε τους στρατιώτες να την κρατήσουν στο σπίτι του. Ήλπιζε ότι αργότερα θα κατόρθωνε να πετύχει τον βδελυρό σκοπό του.

Κατά την διάρκεια της κρατήσεώς της η αγνή κόρη κατόρθωσε, με την βοήθεια του Θεού, να διαφύγει την προσοχή των στρατιωτών καί να επιστρέψει στους ανήσυχους γονείς της, στους οποίους και διηγήθηκε όσα συνέβησαν. Σε λίγο, ο Πασάς αντελήφθη την απόδραση της, έγινε έξω φρενών και απειλούσε τους πάντας και τα πάντα! Εκάλεσε την Δημογεροντία της Σινώπης και ζήτησε να του φέρουν την Ελένη. Σε διαφορετική περίπτωση, θα επακολουθούσε γενική σφαγή των Ελλήνων της πόλεως. Η Δημογεροντία τότε συνήλθε σε σύσκεψη στο Ελληνικό Σχολείο της Σινώπης. Εκάλεσαν τον πατέρα της Ελένης και του ζήτησαν να παραδώσει στον Πασά την κόρη του για το συμφέρον του συνόλου.

Ο πατέρας της ανελύθει σε λυγμούς, αλλά τελικά υποτάχθηκε, όπως ο Πατριάρχης Αβραάμ, και εδέχθη να θυσιασθεί η θυγατέρα του, προκειμένου να αποφευχθεί η γενική σφαγή. Μετέβη στο σπίτι του και αφού καταλλήλως ενίσχυσε την Ελένη, παρέλαβε αυτήν και πνίγοντας τον πατρικό του πόνο, την παρέδωσε στον Πασά, για να προσφέρει τον εαυτό της όχι βεβαίως στις ασελγείς ορέξεις του αγαρηνού, αλλά ως θυμίαμα ευώδες στον Νυμφίο της Χριστό.

Ο βδελυρός Ουκούζογλου Πασάς εδέχθη με ανείπωτη χαρά την ωραιότατη Ελένη με την ελπίδα ότι θα κορέσει πλέον τις ασελγείς ορέξεις του. Έτσι, προσπάθησε πάλι πολλές φορές να μιάνει αυτήν, αλλά πάλι, λες και ένα αόρατο τείχος υπήρχε γύρω από την κόρη και εμπόδιζε τον Πασά, ενώ μία αόρατη δύναμη τον απωθούσε μακριά.

Η αγία κόρη καθόλην την διάρκεια της αιχμαλωσίας της προσευχόταν θερμά, έλεγε μυστικά τον Εξάψαλμο, τον οποίο γνώριζε από τον θείο της. Την επομένη μέρα επιχείρησε πάλι ο Πασάς να επιτύχει τον βδελυρό σκοπό του, αλλά και πάλι αντιμετώπισε το ίδιο παράδοξο εμπόδιο. Εκνευρισμένος και οργισμένος, διέταξε να την κλείσουν στις φοβερές υγρές φυλακές της Σινώπης.

Η καρδιά του κακοπροαίρετου Πασά σκλήραινε συνεχώς, τα μάτια του δεν έβλεπαν το ζωντανό θαύμα, η ακάθαρτη ψυχή του δεν συνερχόταν, αλλά αντιθέτως κυριευμένος από την σατανική ενέργεια, ήθελε οπωσδήποτε να μολύνει την αγία παρθένο. 

Έτσι, την άλλη μέρα μετέβη στην φυλακή αποφασισμένος να επιτύχει επί τέλους την ικανοποίηση του πάθους του. Αλλά και πάλι το ίδιο αόρατο τείχος!...Και πάλι η Θεία Χάρις τον απωθούσε!...

Υπερβολικά οργισμένος πλέον ο Πασάς διατάσσει να βασανίσουν την Ελένη και να την θανατώσουν, πράγμα το οποίο και έγινε. Το ιερό Λείψανό της ετέθη μέσα σε ένα σάκο και ερρίφθη στην θάλασσα. Αντί όμως να βυθισθεί, το μαρτυρικό σκήνος επέπλεε, ενώ ουράνιο φως κατέβαινε επ’ αυτού. Οι Τούρκοι τρομοκρατήθηκαν και κραύγαζαν: «Η γκιαούρισσα καίγεται!.. Η γκιαούρισσα καίγεται!...». Το σεπτό Λείψανο συνέχισε να επιπλέει, ώσπου έφθασε στην τοποθεσία "Γάει", όπου λόγω του μεγάλου βάθους της θαλάσσης τα νερά είναι μαύρα. Εκεί πλέον βυθίστηκε...

Μετά από μερικές ημέρες, ένα ελληνικό πλοίο αγκυροβόλησε στην τοποθεσία "Γάει". Το τρίτο βράδυ, ο φύλακας του πλοίου παρατήρησε ότι από τον πυθμένα της θαλάσσης εξερχόταν φως και νόμισε ότι εκεί υπήρχε μεγάλος θησαυρός από χρυσό.

 Αμέσως, ειδοποίησε τον πλοίαρχο για να ανελκύσουν με δύτες τον θησαυρό, τελικά όμως αντί χρυσού ανελκύσαν τον σάκο με το τίμιο Λείψανο της Αγίας Παρθενομάρτυρος Ελένης. Στον πολύτιμο σάκο υπήρχε η σεπτή κεφαλή της Αγίας, αποκομμένη από το υπόλοιπο σώμα. Στην κορυφή είχε ένα καρφί. Επίσης, υπήρχε και μία άλλη τρύπα από καρφί. Ήταν προφανές, ότι οι αγαρηνοί αφού βασάνισαν την Αγία, έμπηξαν δύο καρφιά στο κεφάλι της και την αποκεφάλισαν.

Δυο από τους τούρκους δύτες γνώριζαν για το μαρτύριο και ότι έριψαν την Αγία στην θάλασσα, αλλά εφοβούντο να ομιλήσουν προηγουμένως. Ο πλοίαρχος τότε μετέφερε κρυφά την τιμία Κάρα της Αγίας Ελένης στον Ιερό Ναό της Παναγίας στην Σινώπη, το δε σεπτό Σκήνωμά της επιβίβασε σε άλλο πλοίο, το οποίο έφευγε με Έλληνες για την Ρωσία.

Στο σημείο της θαλάσσης που βυθίστηκε το ιερό Λείψανο, εξήλθε ως πίδακας γλυκύ νερό και από τότε η περιοχή αυτή ονομάσθηκε «Αγιάσματα». Διά της τιμίας Κάρας της Αγίας Παρθενομάρτυρος Ελένης γίνονταν πολλά θαύματα στην Σινώπη. Ιδιαίτερα, όσοι υπέφεραν από πονοκεφάλους, καλούσαν τον Ιερέα, ο οποίος έφερνε την αγία Κάρα, έψαλλε την Παράκληση της, έκαμνε Αγιασμό και εθεραπεύετο ο πόνος.

Με την ανταλλαγή των πληθυσμών πριν το 1924 βλέπουμε πως η Τιμία Κάρα της Αγίας Ελένης βρίσκεται θησαυρισμένη στον Ιερό Ναό της Παναγίας της Σινώπης. Ερχόμενοι όμως στην Θεσσαλονίκη οι διωχθέντες ευσεβείς Πόντιοι αδελφοί μας εκ της Σινώπης, έφεραν μαζί τους και τον πλούτο τους, την Αγία τους που τόσο αγαπούσαν.

Ο πρόεδρος της Σινώπης κος Καφαρόπουλος Χρήστος, ανέλαβε να φέρει τότε την τιμία Κάρα της Αγίας Ελένης στην Θεσσαλονίκη, ο οποίος και εναπέθεσε αυτήν στον Ιερό Ναό της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης στην Άνω Τούμπα Θεσσαλονίκης, όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα ευωδιάζουσα και θαυματουργούσα κάποια χρονικά διαστήματα, προς δόξαν του εν Αγίοις δοξαζομένου Κυρίου και Θεού ημών.

Ο καταγόμενος από τη Σινώπη αείμνηστος μητροπολίτης Σερρών Κωνσταντίνος Μεγρέλης ερχόταν στην Αγία Μαρίνα κάθε 1η του μηνός Νοεμβρίου και συνεόρταζε την Αγία νεομάρτυρα Ελένη μαζί με τους Αγίους Αναργύρους. Την ημέρα δε αυτή συγκεντρώνονταν και συνεόρταζαν όλοι οι Σινωπείς μαζί του σε ένα μεγάλο Πανηγύρι.

Λείψανα της Αγίας Ελένης εκ Σινώπης υπάρχουν θησαυρισμένα και στο Ιερό Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου Τρικάλων.

Ταις της Αγίας Παρθενομάρτυρος Ελένης της εκ Σινώπης του Ποντου αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς. 

Αμήν.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. "Τόν συνάναρχον Λόγον..."
Τῆς ἁγνείας τό ἄνθος τό εὐωδέστατον, καί Σινώπης τό κλέος καί θεῖον βλάστημα, Παρθενομάρτυς τοῦ Χριστοῦ ῾Ελένη πάνσεμνε, ἡ ἀθλήσασα στερρῶς, καί καθελοῦσα τόν ἐχθρόν, τῆς πίστεως τῇ δυνάμει, διά παντός ἐκδυσώπει, ἐλεηθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. "Ἐπεφάνης σήμερον..."
Ως παρθένος ἄμωμος ἐν τῇ δυνάμει, τοῦ Χριστοῦ κατέβαλες, τόν πολυμήχανον ἐχθρόν, καὶ μαρτυρίῳ κεκόσμησαι, Παρθενομάρτυς ῾Ελένη πανεύφημε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῆς Σινώπης ἄνθος τερπνόν, καί τῆς παρθενίας, τό ἀλάβαστρον τό σεπτόν· χαίροις τῶν Μαρτύρων, ἰσότιμος ῾Ελένη, οἷα Παρθενομάρτυς, Χριστοῦ ἀήττητος.

*...και για το τέλος του άρθρου μας αυτού, λίγα λόγια για να γνωρίσουμε ποια ήταν η πόλη της Σινώπης, στα παράλια του Ευξείνου Πόντου!!! 
"H βυζαντινή Σινώπη"
Η πρώτη ελληνική αποικία του Πόντου. Χτισμένη στη βάση μικρής χερσονήσου, αποτελούσε σημαντικό λιμάνι του Ευξείνου πόντου. Ο πυρήνας της πόλης περικλειόταν από το αρχαίο τείχος. Οι περίπου 5.000, από τους 15.000 κατοίκους της Σινώπης, ήταν Έλληνες και κατοικούσαν έξω από το κάστρο, προς το λιμάνι.

Στους ντόπιους, που υπερηφανεύονταν πως κατάγονταν από τους Αργοναύτες, προστέθηκαν μετανάστες από την κυρίως Ελλάδα. Όλοι μιλούσαν ελληνικά και ασχολούνταν, κυρίως, με τη γεωργία, την αλιεία, τη ναυπηγική και το εμπόριο.  

Ήταν οικονομικό κέντρο για τα χωριά της περιοχής, οι κάτοικοι των οποίων (μεταξύ τους περίπου 5.000 Έλληνες) ψώνιζαν κάθε Πέμπτη στο παζάρι της. Ταυτόχρονα διατηρούσε εμπορικές σχέσεις με τις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας (Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη). Στα τέλη του 19ου αιώνα πολλοί μετανάστευσαν, για να εργαστούν στη Ρωσία.

Η ορθόδοξη κοινότητα υπαγόταν στη Μητρόπολη Αμάσειας με έδρα τη Σαμψούντα. Διέθετε δύο μεγάλες εκκλησίες (Ευαγγελίστρια και Άγιο Κωνσταντίνο) και διατηρούσε νηπιαγωγείο, οκτατάξια αστική σχολή και πεντατάξιο παρθεναγωγείο.

TAG